Ο οξύς πόνος εμφανίζεται συχνά κατά την μετεγχειρητική περίοδο. Οι βλαπτικές επιπτώσεις του πόνου είναι γνωστές και εύκολα αναγνωρίσιμες. Η αντιμετώπισή του περιορίζει τη συχνότητα και τη βαρύτητα των μετεγχειρητικών επιπλοκών, επιταχύνει την ανάρρωση, ελαττώνει τις ημέρες νοσηλείας και μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης χρόνιου πόνου Ο πόνος στους χειρουργημένους ασθενείς αντιμετωπίζεται ανεπαρκώς στο 50% αυτών. Σκοπός: Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να παρουσιάσει τον οξύ μετεγχειρητικό πόνο και τους τρόπους αξιολόγησής του, καθότι η διαχείριση του εξακολουθεί να παραμένει προβληματική και ανεπαρκής στις περισσότερες περιπτώσεις. Μέθοδος: Έγινε αναζήτηση ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών, της ελληνικής και διεθνούς βάσης δεδομένων που αναφέρονταν στην εκτίμηση, αντιμετώπιση και υποθεραπεία του μετεγχειρητικού πόνου, με τη χρήση λέξεων-κλειδιών, όπως μετεγχειρητικός πόνος, διαχείριση πόνου, υποθεραπεία πόνου, γνώσεις νοσηλευτών. Αποτελέσματα: Παρά την ιατρική, τεχνολογική, και φαρμακευτική πρόοδο κατά την τελευταία δεκαετία, η ανεπαρκής διαχείριση του μετεγχειρητικού πόνου συνεχίζει να υφίσταται. Συμπεράσματα: Απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για τη βελτίωση της αντιμετώπισης του μετεγχειρητικού πόνου. H ανάπτυξη νέων προτύπων για την αντιμετώπιση του μετεγχειρητικού πόνου, τα προγράμματα διαχείρισης αυτού και η συνεχιζόμενη εκπαίδευση είναι απαραίτητα εφόδια για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος.
Λέξεις κλειδιά: Μετεγχειρητικός πόνος, διαχείριση πόνου, αξιολόγηση πόνου, υποθεραπεία πόνου
Στις περιόδους εποχικής γρίπης, σε περιόδους πανδημίας της γρίπης στο παρελθόν, αλλά και από την πρόσφατη εμπειρία που έχουμε από την εμφάνιση του ιού της γρίπης Α (Η1Ν1), οι έγκυες σε σύγκριση με τις μη έγκυες, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν και να παρουσιάσουν σοβαρές επιπλοκές, έως και θνησιμότητα. Σκοπός: Στην παρούσα εργασία εξετάζουμε τους κινδύνους που προκύπτουν για τις έγκυες από την επιμόλυνσή τους με τον ιό της γρίπης, καθώς και την ασφάλεια του αντιγριπικού εμβολιασμού στην εγκυμοσύνη. Μέθοδος: Η μέθοδος περιλαμβάνει αναζήτηση ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων Pubmed κυρίως από το 2000 έως το 2009 και οι λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν ήταν εγκυμοσύνη, αντιγριπικός εμβολιασμός, επιπλοκές αντιγριπικού εμβολιασμού κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης. Αποτελέσματα: H νοσηρότητα σε περιόδους της εποχικής γρίπης στις έγκυες είναι αυξημένη, ενώ σε περιόδους πανδημίας καταγράφονται και θανατηφόρα περιστατικά. Με βάση το γεγονός αυτό, ειδικές συστάσεις έχουν γίνει για αντιγριπικό εμβολιασμό στις έγκυες, τόσο από το CDC, το Αμερικανικό Κολέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων στις ΗΠΑ, όσο και από άλλους επίσημους οργανισμούς όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, σύμφωνα με τον οποίο, η σύσταση του αντιγριπικού εμβολίου στην κύηση είναι απαραίτητη, δεδομένου του ότι η πιθανότητα νόσησης σε αυτήν την περίοδο αυξάνεται κατά 10%. Συμπεράσματα: Οι μελέτες μέχρι τώρα για τον αντιγριπικό εμβολιασμό στην εγκυμοσύνη, δεν καταγράφουν σοβαρές επιπλοκές για τις έγκυες και τα βρέφη. Ωστόσο περισσότερη έρευνα χρειάζεται να γίνει σχετικά με την ασφάλεια του αντιγριπικού εμβολιασμού στην κύηση.
Λέξεις κλειδιά: Αντιγριπικός εμβολιασμός, εγκυμοσύνη, επιπλοκές, ασφάλεια εμβολιασμού
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το ενδιαφέρον της διοίκησης των νοσοκομείων στρέφεται ολοένα και περισσότερο στην αποτελεσματική παρακίνηση των ιατρών. Σκοπός: Η παρουσίαση επιλεγμένων θεωριών παρακίνησης μέσα από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση και η εφαρμογή τους στο ιατρικό προσωπικό νοσοκομείου. Υλικό και μέθοδος: Ανασκοπήθηκε η πρόσφατη Ελληνική και διεθνής βιβλιογραφία, και συγκεκριμένα άρθρα που αναφέρονται στις θεωρίες παρακίνησης του ιατρικού προσωπικού που δημοσιεύθηκαν στις βάσεις δεδομένων Pub Med και Science Direct, κατά την περίοδο 2008-2011. Οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν είναι: κίνητρα, ανάγκες ιατρών, παρακίνηση και θεωρίες κινήτρων, παρακίνηση και ιατρικό προσωπικό. Αποτελέσματα: Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η παρακίνηση των γιατρών είναι ένα σύνθετο ζήτημα. Τα οικονομικά κίνητρα δεν μπορούν από μόνα τους να παρακινήσουν τους γιατρούς, τα κίνητρα που έχουν να κάνουν με την επίτευξη των στόχων και την αναγνώριση στο χώρο εργασίας και τη δυνατότητα επαγγελματικής ανάπτυξης είναι πιο ρεαλιστικά και εφικτά. Το θέμα των κινήτρων είναι σημαντικό για τα επιμέρους επιτεύγματα και για τη διαχείριση του ιατρικού προσωπικού. Η εφαρμογή των σύγχρονων θεωριών των κινήτρων είναι απαραίτητη για τη διατήρηση ενός ικανοποιημένου προσωπικού, το οποίο θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία ενός εύρωστου συστήματος παροχής υγειονομικής περίθαλψης. Συμπεράσματα: Για μια αποτελεσματικότερη χρήση του ιατρικού δυναμικού κρίνεται απαραίτητη η διάγνωση των αναγκών του και η επιλογή κατάλληλων τεχνικών, που προσφέρουν οι διάφορες θεωρίες κινήτρων, οι οποίες θα κινητοποιήσουν τους γιατρούς αυξάνοντας έτσι την απόδοσή τους και την ικανοποίησή τους από την εργασία.
Λέξεις κλειδιά: Κίνητρα, ανάγκες ιατρών, παρακίνηση και θεωρίες κινήτρων, παρακίνηση και ιατρικό προσωπικό
Γεώργιος Κατσιμίγκας , Ευρυδίκη Καμπά
Σκοπός: Η διερεύνηση των θεολογικών και νομικών ζητημάτων που απορρέουν από την εφαρμογή του προγεννητικού και προεμφυτευτικού ελέγχου στον άνθρωπο. Επίσης, η ανασκόπηση της Ευρωπαϊκής και Ελληνικής νομοθεσίας σχετικά με τον προγεννητικό και προεμφυτευτικό έλεγχο. Υλικό και Μέθοδος: Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιελάμβανε την αναζήτηση ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών στις βάσεις δεδομένων MEDLINE, SCOPUS και Ιατροτεκ (1984-2009) με λέξεις κλειδιά: Προγεννητική διάγνωση- Βιοηθική - Προεμφυτευτικός έλεγχος - Θεολογία- Ορθόδοξη Ηθική- Νομοθεσία Αποτελέσματα: Η ορθόδοξη θεολογία τοποθετείται απαγορευτικά για την έκτρωση του εμβρύου, την οποία θεωρεί φόνο σε οποιοδήποτε στάδιο ανάπτυξης αυτό και αν βρίσκεται. Η νομική θεώρηση ανέδειξε δυο βασικά ζητήματα α) την εξασφάλιση της συναίνεσης του εξεταζομένου ατόμου και β) τη συνταγματική προστασία της ζωής του εμβρύου. Συμπεράσματα: Η ορθόδοξη θεολογία μέσω της διδασκαλίας της για τον άνθρωπο προσφέρει τα κριτήρια για την αντιμετώπιση των ηθικών ζητημάτων που απορρέουν από την εφαρμογή των προγεννητικών και προεμφυτευτικών ελέγχων στον άνθρωπο. Επίσης, η ελληνική πολιτεία στα πλαίσια των καθηκόντων, θα πρέπει να ενημερώνει τους πολίτες της, για τις διαγνωστικές εξετάσεις στα έμβρυα, οι οποίες πρέπει να παρέχονται με κάθε δυνατή πληρότητα από τους δημόσιους φορείς υγείας.
Λέξεις κλειδιά: Προγεννητική διάγνωση, βιοηθική, προεμφυτευτικός έλεγχος, Ορθόδοξη ηθική, νομοθεσία
Μαρία Μαλλιαρού , Παύλος Σαράφης
Σκοπός: Η παρουσίαση των ηθικών ζητημάτων που απορρέουν από την εφαρμογή του προγεννητικού και προεμφυτευτικού ελέγχου στον άνθρωπο Υλικό και Μέθοδος:. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιελάμβανε αναζήτηση ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών στις βάσεις δεδομένων MEDLINE, SCOPUS και Ιατροτεκ (1970-2005) με λέξεις κλειδιά Προγεννητική διάγνωση, Βιοηθική, Προεμφυτευτικός έλεγχος. Αποτελέσματα: Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας φάνηκε, ότι τα κυριότερα σημεία στα οποία εστιάζεται ο ηθικός προβληματισμός αναφορικά με την προεμφυτευτική και την προγεννητική διάγνωση είναι α) η απόρριψη του μη υγιούς εμβρύου και β) η επιλογή φύλου. Σχετικά με τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν από το γενετικό έλεγχο στα παιδιά αφορούν κυρίως δυο τομείς: α) Την προληπτική εξέταση σε φαινομενικά υγιή παιδιά, για διαταραχές που θα εκδηλωθούν σε προχωρημένη ηλικία και στις οποίες η πρώιμη θεραπεία ή η παρακολούθηση για επιπλοκές δεν θα βοηθούσε και β) την εξέταση υγιών παιδιών, για να καθοριστεί αν είναι φορείς κληρονομικών διαταραχών. Συμπεράσματα: Η γενετική συμβουλευτική, θεωρείται από τους πιο ενδεδειγμένους τρόπους αντιμετώπισης των ηθικών ζητημάτων που εγείρονται από την εφαρμογή του προεμφυτευτικού και προγεννητικού ελέγχου.
Λέξεις κλειδιά: Προγεννητική διάγνωση, βιοηθική, προεμφυτευτικός έλεγχος
Αλεξάνδρα Μαντούδη , Ελένη Ευτυχίδου
Ο πόνος που βιώνουν τα άτομα της τρίτης ηλικίας είναι μια από τις κυριότερες παραμέτρους που συμβάλλουν στην επιδείνωση της ποιότητας ζωής τους. Περίπου 60 - 71% των ηλικιωμένων ανθρώπων που ζουν στην κοινότητα αναφέρουν ότι πονούν κάπου, και 33% αναφέρουν ότι έχουν καθημερινό επίμονο πόνο. Τα αποτελέσματα δημοσιευμένων ερευνών δείχνουν ότι οι συμπληρωματικές θεραπείες ενισχύουν το αναλγητικό αποτέλεσμα της φαρμακευτικής αγωγής είτε άμεσα με την αναλγητική τους δράση είτε έμμεσα με την μείωση της έντασης και του στρες, την έκλυση ενδορφινών, την αύξηση της αιμάτωσης και της κινητικότητας κ.α. Σκοπός της παρούσης έρευνας ήταν να διερευνηθεί κατά πόσο είναι γνωστές οι συμπληρωματικές θεραπείες και ειδικά σε άτομα που βιώνουν πόνο και είναι 65 ετών και άνω. Υλικό και μέθοδος: Τον πληθυσμό της μελέτης αποτέλεσαν 100 άτομα – μέλη ΚΑΠΗ στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη. H συλλογή των στοιχείων διεξήχθη με συνεντεύξεις και συμπλήρωση ερωτηματολογίου στο σύνολο των ατόμων, σε 2 ξεχωριστά δείγματα από 50 άτομα έκαστο. Ως προς τη μέθοδο, επιλέγονταν τα πρώτα άτομα- μέλη του ΚΑΠΗ που ήταν διαθέσιμα κατά τις ημέρες της έρευνας και πρόθυμα να συμμετάσχουν. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το 66% του συνολικού δείγματος αναφέρει ότι θα χρησιμοποιούσε κάποια συμπληρωματική μέθοδο για ανακούφιση από τον πόνο. Ποσοστό 72% του συνολικού δείγματος (τα 2/3 δηλαδή), επιθυμεί περισσότερη ενημέρωση για τις συμπληρωματικές μεθόδους. Συμπεράσματα: Τα άτομα της τρίτης ηλικίας ενδιαφέρονται για τις συμπληρωματικές θεραπείες ως εναλλακτικές μεθόδους αντιμετώπισης του πόνου και, αν είχαν περισσότερη ενημέρωση για αυτές, θα τις χρησιμοποιούσαν περισσότερο.
Λέξεις κλειδιά: Πόνος, τρίτη ηλικία, συμπληρωματικές θεραπείες, εξοικείωση
Ελένη Υφαντή , Ιωάννης Γκέτσιος , Φωτεινή Νάκα , Ευαγγελία Μαστραπά , Σοφία Τσιρίγκα , Ζωή Πετροπούλου
Η σύγκρουση και η ασάφεια των ρόλων των επαγγελματιών υγείας θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των νοσοκομείων. Σκοπός: Η καταγραφή και διερεύνηση της σύγκρουσης και της ασάφειας των ρόλων που βιώνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στην εργασία τους οι εργαζόμενοι σε ένα δημόσιο νοσοκομείο της ελληνικής επαρχίας. Υλικό και μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν 104 εργαζόμενοι ηλικίας 22-53 ετών, ιατροί και νοσηλευτές, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό που εργάζονταν σε δημόσιο επαρχιακό νοσοκομείο. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2010. Χρησιμοποιήθηκαν οι κλίμακες Ασάφειας και Σύγκρουσης Ρόλων των Rizzo και συν, προσαρμοσμένες στην ελληνική γλώσσα η βαθμολόγηση των οποίων γίνεται σε μια επτάβαθμη κλίμακα τύπου Likert. Το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας ορίστηκε σε p<0,05. Η στατιστική επεξεργασία έγινε με το πρόγραμμα SPSS 17.0. Αποτελέσματα: Η βαθμολογία στις κλίμακες της σύγκρουσης και της ασάφειας ρόλων ανήλθε σε 4,10± 1,17 και 2,63 ± 1,29 αντίστοιχα. Στατιστικά σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν όσον αφορά την ασάφεια ρόλου μεταξύ των εργαζομένων ηλικίας 22-32 ετών και των εργαζομένων ηλικίας 47-53 ετών (p=0,05). Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε σχέση με τη σύγκρουση ρόλων. Συμπεράσματα: Η ασάφεια και η σύγκρουση ρόλων είναι υπαρκτές στους επαγγελματίες υγείας. Η παρούσα μελέτη αναδεικνύει κρίσιμα ζητήματα που οι σημαντικές τους επιπτώσεις απειλούν τη βιωσιμότητα και την αποτελεσματικότητα του συστήματος υγείας.
Λέξεις κλειδιά: Ασάφεια ρόλων, σύγκρουση ρόλων, νοσοκομείο, εργαζόμενοι
Αντιγόνη Φουντούκη , Σταύρος Τούλης , Αγγελική Νούσι , Δημήτριος Κοσμίδης , Δημήτρης Θεοφανίδης
Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση της κοινωνικής προκατάληψης που βιώνουν οι ασθενείς με άνοια και των γνώσεων δείγματος γενικού πληθυσμού για τη νόσο. Μέθοδος: Το δείγμα αποτέλεσαν 91 άτομα, συγγενείς πρώτου βαθμού των εγγεγραμμένων μελών τριών Κέντρων Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων οι οποίοι δεν έπασχαν από άνοια καθώς πρόσφατα είχαν υποβληθεί σε σχετικές νευροψυχικές δοκιμασίες για την ανίχνευση της νόσου. Ακολουθήθηκε επισκοπικό σχέδιο με ατομικό ερωτηματολόγιο. Εκτός από τα δημογραφικά στοιχεία και δύο ανοιχτές ερωτήσεις, η πλειοψηφία των απαντήσεων καταγράφηκε σε πενταβάθμια κλίμακα τύπου Lickert, διερευνώντας τις γνώσεις, στάσεις και τυχόν στίγμα απέναντι στη νόσο. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε περιγραφική στατιστική μεθοδολογία. Η στατιστική επεξεργασία των δεδομένων έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS v.17 ενώ θεωρήθηκαν στατιστικά σημαντικά τα ευρήματα με τιμή p<0,05. Αποτελέσματα: Για τη σύνολο των ποσοτικών ερωτήσεων ο συντελεστής αξιοπιστίας α του Cronbach υπολογίστηκε σε α=0,75 και η μέση τιμή των δεικτών διακριτότητας σε d.i.=0,31. Ο συσχετισμός του στίγματος διερευνήθηκε με μια σειρά άμεσων και έμμεσων ερωτήσεων και ενώ 70 (77%) άτομα διαχωρίζουν την άνοια από τις ψυχικές διαταραχές, 9 (9,9%), p<0,05 συνολικά άτομα δε γνωρίζουν, ή αρνούνται να πάρουν θέση επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Επίσης διαπιστώνεται ότι η πλειοψηφία του δείγματος (62,6%) δεν ενοχοποιεί τον ασθενή καθώς 57 άτομα δήλωσαν πως διαφωνούν με την έννοια της προσωπικής ευθύνης γιa τη νόσο. Συμπεράσματα: Από την κατανομή των αποτελεσμάτων γίνεται σαφής η αναγκαιότητα της εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και πολύπλευρης διαφώτισης του πληθυσμού, καθώς οι απαντήσεις που υποδήλωναν τάσεις περιθωριοποίησης των ασθενών με άνοια προέρχονταν κυρίως από άτομα του δείγματος με περιορισμένες γνώσεις για τη νόσο και σχετικά χαμηλό μορφωτικό υπόβαθρο.
Λέξεις κλειδιά: Νόσος Alzheimer, στίγμα, γνώσεις, άνοια
Θάλεια Μπελλάλη , Αθανάσιος Μαστροκώστας , Μαρία Γκριζιώτη , Μαρία Αβραμίκα , Κυριακή Τηλενίκη
Τα κινητά τηλέφωνα αποτελούν στις μέρες μας «τρόπο ζωής», σε σημείο που να γίνεται αναφορά από τους ερευνητές στη «γενιά του κινητού» για τα παιδιά και για τους εφήβους. Πολλές είναι οι μελέτες στις οποίες διερευνάται η χρήση του κινητού τηλεφώνου για επικοινωνιακούς λόγους, για χρήση του διαδικτύου, αλλά και για αποστολή γραπτών μηνυμάτων από τους έφηβους, σε σχέση με διάφορες ψυχολογικές, κοινωνικές και οργανικές παραμέτρους. Σκοπός: Σκοπός της έρευνας ήταν η μελέτη της εξάρτησης των φοιτητών νοσηλευτικής τεχνολογικής εκπαίδευσης από την κινητή τηλεφωνία, σε σχέση με τις συμπεριφορές υγείας τους. Υλικό-Μέθοδος: Πρόκειται για μία συγχρονική μελέτη που εκπονήθηκε από το Νοέμβριο 2009 έως τον Ιανουάριο 2010. Το δείγμα ευκολίας της μελέτης αποτέλεσαν 206 φοιτητές Νοσηλευτικής της Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ποσοστό απαντητικότητας 68,5%). Η συλλογή των στοιχείων έγινε με τη χρήση ανώνυμων ερωτηματολογίων. Η εξάρτηση από την κινητή τηλεφωνία μετρήθηκε με το ερωτηματολόγιο εξάρτησης (Mobile Phone Dependence Questionnaire - MPDQ) των Toda και συν. (2006). Η στατιστική επεξεργασία πραγματοποιήθηκε με το στατιστικό πακέτο SPSS 15.0. Ο έλεγχος των υποθέσεων έγινε για επίπεδο σημαντικότητας p<0,05. Αποτελέσματα: Η μέση τιμή της εξάρτησης των φοιτητών από την κινητή τηλεφωνία ήταν 25,4(±12,1 95%ΔΕ:23,7-27), ενώ το ποσοστό των ατόμων τα οποία εμφάνισαν υψηλό βαθμό εξάρτησης (μέση τιμή εξάρτησης>38), ήταν 13,6%. Οι γυναίκες εμφάνισαν υψηλότερο βαθμό εξάρτησης, σε σύγκριση με τους άνδρες (p=0,007), ενώ δεν προέκυψε στατιστικά σημαντική διαφορά στο βαθμό εξάρτησης μεταξύ των καπνιστών και των μη καπνιστών φοιτητών (p=0,435), καθώς και μεταξύ όσων δήλωσαν ότι κατανάλωναν αλκοόλ, συγκριτικά με αυτούς που δεν κατανάλωναν (p=0,368). Οι φοιτητές οι οποίοι δεν έκαναν καθόλου σωματική άσκηση είχαν σημαντικά μεγαλύτερη εξάρτηση από την κινητή τηλεφωνία σε σύγκριση με τους φοιτητές οι οποίοι ασκούνταν μία με δύο ώρες την εβδομάδα (p=0,001). Από τον έλεγχο της σχέσης της ηλικίας με την εξάρτηση, βρέθηκε χαμηλή αρνητική συσχέτιση (rho=-0,254, p=0,001), η οποία δείχνει ότι όσο αυξάνεται η ηλικία, μειώνεται η εξάρτηση από την κινητή τηλεφωνία. Συμπεράσματα: Η είσοδος της κινητής τηλεφωνίας στην καθημερινότητα της ζωής των φοιτητών είναι ιδιαίτερα εμφανής, σε βαθμό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία «σύγχρονη» εξάρτηση. Καθώς αυτή η εξάρτηση βρέθηκε να έχει σχέση με κάποιες ανθυγιεινές συμπεριφορές υγείας, θα πρέπει να προβληματίσει τόσο σε ατομικό επίπεδο τους ίδιους τους φοιτητές και τις οικογένειές τους, όσο και σε διοικητικό επίπεδο, τις διοικήσεις των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, αναφορικά με τη μελλοντική κατάσταση υγείας του φοιτητικού πληθυσμού.
Λέξεις κλειδιά: Κινητή τηλεφωνία, συμπεριφορές υγείας, φοιτητές, εξάρτηση
Αντωνία Καλογιάννη , Παντελής Στεργιάννης , Γεώργιος Ίντας , Γεώργιος Αργυρίου , Γεωργία Φασόη-Μπαρκά , Όλγα Καδδά , Ευρυδίκη Καμπά , Μάρθα Κελέση-Σταυροπούλου
Η βραχυπρόθεσμη απουσία των φοιτητών Nοσηλευτικής από τις σπουδές τους είναι ένα φαινόμενο που έχει απασχολήσει πολύ τους εκπαιδευτικούς. Η μη συμμετοχή των φοιτητών στα μαθήματα θεωρείται μία ευρεία απειλή για την εκπαίδευση. Οι απουσίες σχετίζονται με κακές ακαδημαϊκές επιδόσεις, αντιεπαγγελματικές συμπεριφορές και ανεπαρκής κοινωνικοποίηση. Σκοπός: Η διερεύνηση των αιτιών για τις οποίες οι φοιτητές του τμήματος Νοσηλευτικής του Τ.Ε.Ι. Αθήνας δεν προσέρχονται στα μαθήματα. Υλικό-Μέθοδος: Το πληθυσμό της μελέτης αποτέλεσαν 579 φοιτητές Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Αθήνας. Το 65,6% (Ν=380) φοιτούσαν στο τμήμα της Νοσηλευτικής Α΄ και το 34,4% (Ν=199) στο τμήμα της Νοσηλευτικής Β΄. Για τη συλλογή των δεδομένων, η οποία διήρκησε 12 μήνες, χρησιμοποιήθηκε ειδικό ερωτηματολόγιο. Για κάθε έτος χωριστικά έγινε μονομεταβλητή και πολυμεταβλητή λογαριθμιστική παλινδρόμηση με παράγοντες τις ερωτήσεις που διανεμήθηκαν. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων έγινε με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSS ver. 16. Αποτελέσματα: Η εργασία κατέχει σημαντικό ρόλο για την παρακολούθηση των μαθημάτων. Επηρεάζει περισσότερο εκείνους που δεν παρακολουθούν τα μαθήματα, p<0.001. Οι φοιτητές του πρώτου έτους είχαν 1,1 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να παρακολουθούν περισσότερες εβδομάδες μαθήματα το χρόνο σε σχέση με τους άλλους (B:-0.143, P:0.001, OR:0.867, 95%OR:0.798-0.942) και 3,8 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να συναντήσουν έναν μη προσιτό καθηγητή σε σχέση με τους άλλους (B:-1.350, P: 0.003, OR: 0.259, 95%OR:0.106-0.635). Οι φοιτητές του τέταρτου έτους είχαν 2,2 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να απαντήσουν σε σχέση με τους άλλους πως το ωράριο των μαθημάτων δεν ήταν εξυπηρετικό (B: 0.832, P: 0.024, OR: 2.298, 95% OR: 1.117-4.728). Συμπεράσματα: Η επαγγελματική ενασχόληση αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα μη παρακολούθησης των μαθημάτων από τους φοιτητές της Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Αθήνας. Οι κύριοι λόγοι απουσίας των μη εργαζόμενων φοιτητών από τις διαλέξεις είναι η μη μεταδοτικότητα του διδάσκοντα και το ότι εκείνος δεν είναι προσιτός.
Λέξεις κλειδιά: Νοσηλευτική, απουσία, παρακολούθηση, διαλέξεις, φοιτητές
Δημήτριος Μήτσης , Μάρθα Κελέση-Σταυροπούλου , Θεόδωρος Καπάδοχος
Η νοσηλευτική, ως ανθρωπιστική επιστήμη, προσφέρει τις υπηρεσίες της στην ολοκληρωμένη φροντίδα του ασθενή. Κάθε νοσηλευτικός χειρισμός εμπεριέχει την πιθανότητα λάθους. Ο Meurier όρισε το νοσηλευτικό λάθος ως «κάθε πράξη, απόφαση ή παράλειψη ενός νοσηλευτή που αξιολογήθηκε ως μη ορθή από εμπειρότερους συναδέλφους και είχε δυσμενείς συνέπειες για τους ασθενείς». Τα λάθη στη χορήγηση φαρμάκων αποτελούν τη συχνότερη κατηγορία νοσηλευτικών λαθών. Τα φαρμακευτικά λάθη έχουν αντίκτυπο στην υγεία και την ασφάλεια των ασθενών, αλλά και τεράστιο οικονομικό κόστος για τα συστήματα υγείας κάθε χώρας. Σκοπός: Στην παρούσα μελέτη διερευνήθηκαν οι αιτιολογικοί παράγοντες εμφάνισης νοσηλευτικών λαθών, η συχνότητα εμφάνισης φαρμακευτικών λαθών στην κλινική πράξη, καθώς και οι τρόποι αναφοράς, καταγραφής και διαχείρισης των νοσηλευτικών λαθών στον ελληνικό χώρο. Υλικό – μέθοδος: Για τους σκοπούς της μελέτης χρησιμοποιήθηκε περιγραφικός συγχρονικός σχεδιασμός. Το δείγμα αποτέλεσαν 176 διπλωματούχοι νοσηλευτές, οχτώ δημόσιων και τριών ιδιωτικών νοσοκομείων, που εργάζονται σε ΜΕΘ και στα καθήκοντά τους περιλαμβάνεται η χορήγηση φαρμάκων. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με τη χρήση ανώνυμου δομημένου ερωτηματολογίου, το οποίο περιλάμβανε δημογραφικά χαρακτηριστικά του δείγματος και ερωτήσεις κλειστού τύπου σχετικά με τους παράγοντες που ενοχοποιούνται για την εμφάνιση λαθών, καθώς και την διαχείριση αυτών των λαθών. Για την διερεύνηση ύπαρξης συσχέτισης μεταξύ των δημογραφικών στοιχείων και των διαφόρων ερωτήσεων που αναφέρονται στην διαχείριση των λαθών από τους νοσηλευτές, χρησιμοποιήθηκε το κριτήριο ετερογένειας X2 του Pearson, ενώ για τον έλεγχο ύπαρξης συσχέτισης μεταξύ των ερωτήσεων που αποτυπώνουν τις απόψεις των συμμετεχόντων για τις εργασιακές συνθήκες και τη διαχείριση των λαθών εφαρμόστηκε ο μη-παραμετρικός συντελεστής συσχέτισης του Spearman (Spearman rho).Για την πραγματοποίηση της στατιστικής ανάλυσης χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό SPSS 17. Αποτελέσματα: Μετά τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων οι σημαντικότεροι αιτιολογικοί παράγοντες για την εμφάνιση λαθών είναι ο νοσηλευτικός φόρτος εργασίας (78,9%), η απόσπαση της προσοχής των νοσηλευτών (75,8%), η επαγγελματική εξουθένωση (56,8%). Περισσότεροι από 9 στους 10 νοσηλευτές αναλογικά έχουν υποπέσει σε φαρμακευτικά λάθη (91,5%), με συχνότερα, τη λάθος δόση (34,7%), τη λάθος ώρα χορήγησης (32,4%). Τέλος, οι ερωτηθέντες σε ποσοστό 86,6% πιστεύουν ότι η επίσημη καταγραφή των νοσηλευτικών λαθών θα βελτίωνε την παρεχόμενη φροντίδα υγείας. Συμπεράσματα: Τα νοσηλευτικά λάθη αποτελούν μία πραγματικότητα για τα ελληνικά νοσοκομεία, με κυριότερους αιτιολογικούς παράγοντες τον φόρτο εργασίας, την επαγγελματική εξουθένωση και τις συχνές διακοπές των νοσηλευτών κατά τη διάρκεια προετοιμασίας και χορήγησης της φαρμακευτικής αγωγής. Παρότι οι νοσηλευτές επιθυμούν την επίσημη καταγραφή των λαθών, μεγάλο μέρος αυτών αρνείται να αποκαλύψει τυχόν νοσηλευτικά λάθη, ενώ στην Ελλάδα δεν υφίσταται κανένας μηχανισμός διαχείρισης των λαθών αυτών.
Λέξεις κλειδιά: Φαρμακευτική αγωγή, νοσηλευτικό λάθος, φαρμακευτικά λάθη, αιτιολογικοί παράγοντες, διαχείριση λαθών