Εξαιτίας της ιδιομορφίας του ο χώρος της υγείας χαρακτηρίζεται από πολυμορφία, λόγω των πολλών επαγγελμάτων που σχετίζονται με αυτόν (πχ. ιατροί, νοσηλευτές, μάνατζερ, προμηθευτές, κα). Αυτού του είδους η πολυμορφία έχει οδηγήσει το σύστημα υγείας σε διόγκωση των δαπανών, κατευθύνοντας τα νοσοκομεία να μειώσουν τα κόστη στοχεύοντας το κέρδος όπως οι επιχειρήσεις Σκοπός: Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης ήταν η διερεύνηση της δυνατότητας λειτουργίας ενός νοσοκομείου στα πρότυπα της επιχειρησιακής πολιτικής. Υλικό-Μέθοδος: Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε βασίστηκε στην αναζήτηση ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών και επιστημονικών άρθρων από διεθνή βάση δεδομένων (Scopus) και από ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία από το έτος 1996 έως το έτος 2012, χρησιμοποιώντας λέξεις κλειδιά όπως: νοσοκομείο, επιχείρηση, δαπάνες υγείας, προμήθειες, διοίκηση ολικής ποιότητας. Αποτελέσματα: Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας διαπιστώνεται ότι στα νοσοκομεία δημιουργούνται φαινόμενα κακοδιαχείρισης, υπέρογκες δαπάνες υγείας και ανεπαρκής παρεχόμενες υπηρεσίες περίθαλψης. Η εφαρμογή της μεθοδολογίας Lean Six Sigma και της διοίκησης ολικής ποιότητας συντέλεσε στην μείωση των δαπανών, στον συνεχή έλεγχο των προβλημάτων που παρουσιάζονται και στην βελτίωση του επιπέδου παροχών. Συμπεράσματα: Το νοσοκομείο δεν μπορεί να συσχετιστεί με μια επιχείρηση, διότι το νοσοκομείο αποσκοπεί στην φροντίδα του πληθυσμού σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις που στοχεύουν στην αύξηση των κερδών τους. Ωστόσο, το νοσοκομείο δανειζόμενο τεχνικές των επιχειρήσεων έχει την δυνατότητα να ελέγξει το κόστος λειτουργίας του και να συγκρατήσει τις δαπάνες, οπότε το σύγχρονο νοσοκομείο μπορεί να λειτουργήσει ως μία «ιδιότυπη» μορφή επιχείρησης.
Λέξεις κλειδιά: Νοσοκομείο, επιχείρηση, δαπάνες υγείας, προμήθειες, διοίκηση ολικής ποιότητας, μεθοδολογία: Lean Six Sigma
Θεοχάρης Κυζιρίδης , Ιωάννης Διακογιάννης
Πάνω από μισό αιώνα μετά την ανακάλυψη της χλωροπρομαζίνης και της αλοπεριδόλης τα αντιψυχωτικά φάρμακα γνώρισαν μια πραγματική επανάσταση εξέλιξης. Η γνώση των ανεπιθύμητων ενεργειών τους είναι κεφαλαιώδους σημασίας καθώς μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη ανεπιθύμητων συμβαμάτων, να ελαττώσει τον χρόνο και το κόστος νοσηλείας, να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των ασθενών, να ελαχιστοποιήσει τα προβλήματα μεγιστοποιώντας το θεραπευτικό όφελος. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης ήταν η παρουσίαση των αιματολογικών ανεπιθύμητων ενεργειών των αντιψυχωτικών φαρμάκων, και πιο συγκεκριμένα της συχνότητας και της σύνδεσής τους με τις διάφορες κατηγορίες αυτών των φαρμάκων, της κλινικής τους εικόνας και των παθοφυσιολογικών μηχανισμών τους. Υλικό-μέθοδος: Έγινε ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας (άρθρα περιοδικών κυρίως από τη βάση δεδομένων PubMed, καθώς και βιβλία-μονογραφίες). Καλύφθηκε η χρονική περίοδος 1978-2012, και οι λέξεις-κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν antipsychotics, hematologic adverse effects, drug-induced adverse effects. Αποτελέσματα: Οι αιματολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες που επάγονται από τη χρήση αντιψυχωτικών φαρμάκων δεν είναι ιδιαίτερα συχνές, ενώ πολλές δημοσιεύονται στα πλαίσια αναφορών περιπτώσεων (case reports). Για τον λόγο αυτό δεν έχουν τύχει ιδιαίτερης προσοχής. Μπορεί να αφορούν σε διαταραχές που έχουν σχέση με όλες τις σειρές των έμμορφων συστατικών του αίματος καθώς και με τον πηκτικό μηχανισμό. Εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα αποτελεί η επαγόμενη από την κλοζαπίνη ακοκκιοκυτταραιμία, η οποία απαιτεί αυξημένη κλινική επαγρύπνηση. Η ακοκκιοκυταραιμία μάλιστα αποτέλεσε αιτία απόσυρσης της κλοζαπίνης από την κυκλοφορία πριν από περίπου 35 χρόνια. Συμπεράσματα: Σε κάθε περίπτωση η εμφάνιση ενός αιματολογικού συμβάματος σε ασθενή που λαμβάνει αντιψυχωτικά φάρμακα απαιτεί προσεκτική εκτίμηση.
Λέξεις κλειδιά: Aιματολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες, αντιψυχωτικά φάρμακα, φαρμακοεπαγόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες, φαρμακοεπαγόμενες αιματολογικές διαταραχές
Χρυσούλα Βαλαμουτοπούλου , Μαρία Βαλαμουτοπούλου
Η χρόνια σωματική ασθένεια επιβαρύνει τα παιδιά και την οικογένειά τους με οργανικά και λειτουργικά προβλήματα, επανειλημμένες ιατρικές επισκέψεις, πολύπλοκες εξετάσεις, συχνές νοσηλείες, αβεβαιότητα για το μέλλον και σύνθετα δευτερογενή ψυχολογικά, κοινωνικά και εκπαιδευτικά προβλήματα. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης ήταν η παρουσίαση και κριτική προσέγγιση των δυσκολιών προσαρμογής του παιδιού με χρόνιο νόσημα (7-11 ετών) αλλά και του οικογενειακού του περιβάλλοντος όπως καταγράφονται διεθνώς και στην Ελλάδα. Υλικό και μέθοδος: Στη παρούσα ανασκόπηση η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιλάμβανε εξειδικευμένη ηλεκτρονική αναζήτηση άρθρων στο PubMed, σε διεθνή και ελληνικά βιο-ιατρικά περιοδικά που διερευνούν την διαδικασία προσαρμογής των παιδιών σε χρόνιες νόσους όπως το Άσθμα, ο Σακχαρώδης Διαβήτης, η Μεσογειακή αναιμία, οι Καρδιαγγειακές νόσοι και τα Νεοπλάσματα χρησιμοποιώντας ειδικές λέξεις-κλειδιά π. χ χρόνιο σωματικό νόσημα, χρόνια ασθένεια κι οικογένεια, παιδί και χρόνια ασθένεια. Ανευρέθηκαν 29 ξενόγλωσσα άρθρα και 16 ελληνικά της τελευταίας δεκαπενταετίας. Αποτελέσματα: Τα παιδιά με χρόνια σωματική νόσο αντιμετωπίζουν ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες (κατάθλιψη, αυξημένο άγχος) διαταραχές στη συμπεριφορά (υπερκινητικότητα, κοινωνική απομόνωση) και προβλήματα στη μαθησιακή τους επίδοση. Οι οικογένειές τους επηρεάζονται εξίσου από τη χρόνια νόσο του παιδιού σε πολλαπλά επίπεδα καθώς διαταράσσεται η συνοχή τους καθώς κι οι μεταξύ τους συναισθηματικές σχέσεις, οι ρόλοι που καλούνται να υιοθετήσουν απέναντι στα νέα δεδομένα (δυσκολίες στα αδέλφια και ανάμεσα στο ζευγάρι). H κατάσταση στην Ελλάδα αναδεικνύει σημαντικά προβλήματα και παραλείψεις οι οποίες ζητούν άμεση αντιμετώπιση (θέμα επιχορηγήσεων και δωρεών στους συλλόγους, παροχές ασφαλιστικών φορέων, στελέχωση και λειτουργία νοσηλευτικών μονάδων, ενημέρωση κοινού κ.α.). Συμπεράσματα: Η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των επιπτώσεων της χρόνιας σωματικής ασθένειας, τόσο σε ιατρικό όσο και σε ψυχοκοινωνικό επίπεδο, απαιτεί την παροχή ολοκληρωμένης φροντίδας μέσω συντονισμένων ιατρικών, ψυχολογικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών υπηρεσιών.
Λέξεις κλειδιά: Παιδί και χρόνια σωματική ασθένεια, δυσκολίες προσαρμογής, οικογένεια και ασθένεια και Ελλάδα, νοσηλεία και Ελλάδα.
Μαρία Πολυκανδριώτη , Βασιλική Κουτσοπούλου-Σοφικίτη
Η συστηματική προσέγγιση του άγχους των μη ψυχιατρικών ασθενών συμβάλει σημαντικά στην αποτελεσματική αντιμετώπισή του. Αρχικά, είναι σημαντικό να διερευνηθούν τα βιολογικά αίτια και κατόπιν η πιθανότητα το άγχος να αποτελεί εκδήλωση ψυχιατρικής διαταραχής. Κατόπιν, εφόσον το άγχος διαγνωσθεί ως αντίδραση του ασθενή στη νόσο, πρέπει να διερευνηθούν, οι ψυχολογικοί μηχανισμοί που κινητοποιεί προκειμένου να το αντιμετωπίσει, τα ψυχο-κοινωνικά προβλήματα του ασθενούς, το υποστηρικτικό του δίκτυο, η προσωπικότητά του και το προσωπικό νόημα που αποδίδει στη νόσο. Η πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση του άγχους είναι ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής (βενζοδιαζεπίνες, αντικαταθλιπτικά) με ψυχολογικές θεραπείες, όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία, οι οποίες έχουν ως στόχο να αλλάξουν τα πρότυπα σκέψης, συμπεριφοράς και πεποιθήσεων.
Λέξεις κλειδιά: Άγχος, διάγνωση και θεραπεία άγχους, χρόνιο νόσημα
Μαρία Λαβδανίτη , Στυλιανός Κατσαραγάκης , Γεώργιος Βασιλόπουλος , Σοφία Ζυγά , Κωνσταντίνος Ζουμπρής , Αναστάσιος Ιωαννίδης , Μαρία Γκούβα
Εθελοντισμός είναι η δραστηριότητα εκείνη που αναπτύσσεται κατά τρόπο προσωπικό, αυθόρμητο, ελεύθερο, χωρίς σκοπό ατομικού κέρδους, από μεμονωμένους πολίτες ατομικά ή διαμέσου των οργανώσεων των οποίων αποτελούν μέλη. Σκοπός: της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας που ωθούν τους επαγγελματίες υγείας στον εθελοντισμό. Μεθοδολογία: Η συλλογή των δεδομένων έγινε με συμπλήρωση γραπτού ερωτηματολογίου σε πλαίσιο και ώρα επιλογής των συμμετεχόντων. Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: (α) Ερωτηματολόγιο κοινωνικο-δημογραφικών χαρακτηριστικών, (β) η κλίμακα αλτρουισμού, (γ) η κλίμακα της ναρκισσιστικής προσωπικότητας και (δ) η κλίμακα προσωπικότητας κατά Eysenck. Για την πραγματοποίηση της στατιστικής ανάλυσης χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό SPSS (18). Αποτελέσματα: Στη παρούσα έρευνα έλαβαν μέρος 110 ιατροί και νοσηλευτές του Γ.Ν. Σπάρτης Το 64,2% του μελετώμενου πληθυσμού ήταν άνδρες, έγγαμοι (57,3%), τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (37,7%) και Ελληνικής εθνικότητας (99,1%). Η μέση τιμή της κλίμακας ναρκισσιστικής προσωπικότητας στις γυναίκες (7,8) διέφερε στατιστικά σημαντικά από τη μέση τιμή της κλίμακας ναρκισσιστικής προσωπικότητας στους άντρες (11.4) (t-test= 2.470 & p-value= 0.017). Όσον αφορά στον εθελοντισμό, η μέση τιμή της κλίμακας ναρκισσιστικής προσωπικότητας διέφερε στατιστικά σημαντικά μεταξύ των ατόμων που είχαν ή όχι συμμετάσχει σε κάποια εθελοντική προσπάθεια (t-test= 2.2927 & p-value= 0.004). Όσον αφορά στην κλίμακα προσωπικότητας υπήρξε στατιστική διαφορά ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση αλλά σε επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας 10% (t-test= 1.927 & p-value= 0.071). Συμπεράσματα: Από τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης αναδεικνύεται η σχέση των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας με τον εθελοντισμό. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, φαίνεται να υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι τα άτομα που έχουν συμμετάσχει σε κάποια εθελοντική προσπάθεια, είναι άτομα με υψηλό αίσθημα αλτρουισμού, έχουν χαμηλή τιμή στην κλίμακα ναρκισσιστικής προσωπικότητας και υψηλό ποσοστό προσωπικότητας. Επιπλέον, υπάρχουν ενδείξεις ότι το φύλο, η οικογενειακή κατάσταση, το επίπεδο εκπαίδευσης και η θέση εργασίας παίζουν κάποιο ρόλο στη διαμόρφωση των 3 κλιμάκων προσωπικότητας.
Λέξεις κλειδιά: Αλτρουισμός, ευτυχία, ναρκισσισμός, εθελοντισμός, επαγγελματίες υγείας
Κωνσταντίνα Κοκκίνη-Πάσχου , Μαρσίντα Παππά , Ζωή Στεριούλα
Το κάπνισμα είναι η πρώτη προλήψιμη αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως. Οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να συμβάλλουν στον έλεγχο της επιδημίας του καπνίσματος εφαρμόζοντας σύντομη συμβουλευτική στην κλινική πρακτική. Σκοπός: Το πρόγραμμα Β.Ο.Α.Τ υλοποιήθηκε με στόχο την αύξηση των γνώσεων και τη θετικοποίηση των στάσεων των επαγγελματιών υγείας σχετικά με τη σύντομη συμβουλευτική για διακοπή καπνίσματος. Σκοπός της παρέμβασης είναι η ενίσχυση της πρόθεσης των συμμετεχόντων για εφαρμογή της συμβουλευτικής. Υλικό και Μέθοδος: Το ερευνητικό σχέδιο είναι ημιπειραματικό ισοδύναμων ομάδων με μετρήσεις πριν και μετά την παρέμβαση. Το δείγμα αποτέλεσαν 33 επαγγελματίες υγείας διάφορων ειδικοτήτων. Η παρέμβαση αφορούσε ένα δίωρο εκπαιδευτικό σεμινάριο και διανομή έντυπου υλικού και βασίστηκε στη θεωρία της Προσχεδιασμένης Συμπεριφοράς. Μετρήθηκαν οι στάσεις, ο υποκειμενικός κανόνας, ο αντιλαμβανόμενος έλεγχος και η πρόθεση των επαγγελματιών υγείας για εφαρμογή συμβουλευτικής για διακοπή καπνίσματος. Αποτελέσματα: Η στατιστική ανάλυση έδειξε αύξηση του αντιλαμβανόμενου ελέγχου στην ομάδα παρέμβασης (p=0,031) και αύξηση της πρόθεσή της για εφαρμογή συμβουλευτικής σε σχέση με την ομάδα σύγκρισης (p=0,003). Στις μεταβλητές των στάσεων και του υποκειμενικού κανόνα δεν υπήρξε καμία διαφορά μεταξύ και εντός των ομάδων, πριν και μετά την παρέμβαση. Η αξιολόγηση κατέδειξε επίσης αύξηση των γνώσεων στην πειραματική ομάδα. Συμπέρασμα: Η παρούσα μελέτη ενισχύει την υπάρχουσα βιβλιογραφία που υποστηρίζει ότι προγράμματα κατάρτισης επαγγελματιών υγείας σε θέματα συμβουλευτικής για διακοπή καπνίσματος μπορούν να είναι αποτελεσματικά. Σημαντικό αποδεικνύεται το θεωρητικό υπόβαθρο. Μελλοντικά θα πρέπει να επενδυθούν περισσότεροι πόροι και χρόνος για την αύξηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας αντίστοιχων προγραμμάτων.
Λέξεις κλειδιά: Κάπνισμα, συμβουλευτική, επαγγελματίες υγείας, Θεωρία Προσχεδιασμένης Συμπεριφοράς
Άννα Μαρία Γούδα , Όλγα Καδδά , Αικατερίνη Μαρβάκη , Θεόδωρος Καπάδοχος , Γεώργιος Αργυρίου , Αγγελική Στάμου , Γεώργιος Βασιλόπουλος
Τα έλκη πίεσης αποτελούν πρόκληση για τα συστήματα υγείας παγκόσμια. Η μείωση της συχνότητάς τους αποτελεί κριτήριο αποτελεσματικότητας του συστήματος πρόληψης και θεραπείας κάθε χώρας. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση του επιπέδου γνώσεων των νοσηλευτών της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) σχετικά με την πρόληψη και αντιμετώπιση των κατακλίσεων. Υλικό –Μέθοδος: Τον μελετώμενο πληθυσμό αποτέλεσαν 148 νοσηλευτές που εργάζονταν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας 2 Νοσοκομείων της Αθήνας, εκ των οποίων το ένα ήταν Δημόσιο και το άλλο Ιδιωτικό. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίου, το οποίο συμπεριελάμβανε δημογραφικά και επαγγελματικά στοιχεία καθώς και ερωτήσεις που αφορούσαν στα προληπτικά μέτρα για τις κατακλίσεις και την θεραπευτική τους αντιμετώπιση. Η στατιστική ανάλυση έγινε με την χρήση του στατιστικού πακέτου SPSS ver.17. Αποτελέσματα: Το 73,7% (n=110) του μελετώμενου πληθυσμού ήταν γυναίκες με μέση ηλικία τα 32 έτη και τυπική απόκλιση ±3,81. Σχετικά με τη σύνθεση του δείγματος ως προς την αναλογία νοσηλευτών - ασθενών, επικρατούσα πολιτική του 1/2 υπάρχει στο 76,4% του μελετώμενου πληθυσμού ενώ 1/3 στο 23%. Το 64,2% (n=95) δήλωσε ότι έχει παρακολουθήσει σεμινάριο εκπαίδευσης για την πρόληψη και αντιμετώπιση των κατακλίσεων. Βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στο αν έχουν παρακολουθήσει σεμινάριο ή όχι και τις απόψεις του νοσηλευτικού προσωπικού. Ένας άλλος παράγοντας που φάνηκε να επηρεάζει τις απαντήσεις των νοσηλευτών ήταν η αναλογία νοσηλευτών-ασθενών που επικρατεί στη ΜΕΘ. Συμπεράσματα: Υπάρχει έλλειψη γνώσεων για την πρόληψη των κατακλίσεων και αδυναμία εφαρμογής των κατευθυντήριων οδηγιών. Συμπεραίνεται ότι η συνεχής επιμόρφωση των νοσηλευτών μέσω των σεμιναρίων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα τόσο για εμπλουτισμό των γνώσεων όσο και για την σωστή αντιμετώπιση των κατακλίσεων.
Λέξεις κλειδιά: Κατάκλιση, Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, νοσηλευτικό προσωπικό, πρόληψη κατακλίσεων