Κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης συντελούνται αλλαγές οι οποίες επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά το έμβρυο και την μετέπειτα πορεία του. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η ανάδειξη της σχέσης της εγκύου στην διαμόρφωση της ψυχολογίας του εμβρύου. Μεθοδολογία: Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε ήταν ανασκόπηση της βιβλιογραφίας η οποία περιελάβανε την αναζήτηση ανασκοπικών άρθρων καθώς και ερευνητικών μελετών στις βάσεις δεδομένων PubMed, Cinahl και PsycInfo(1990-2011) που αναφέρονται στους παράγοντες που επιδρούν στην ψυχολογία του εμβρύου. Οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν οι ακόλουθες: “prenatal psychology”, “fetus psychology”, “pregnancy”, “stress”. Αποτελέσματα: Σύμφωνα με την βιβλιογραφία, οι αρνητικές προθέσεις και το άγχος κατά την εγκυμοσύνη έχουν συσχετισθεί με την γέννηση παιδιών χαμηλού βάρους, την προωρότητα, την συναισθηματική ανάπτυξη και την συμπεριφορά του παιδιού. Συμπεράσματα: Η ψυχοσωματική ισορροπία της εγκύου είναι μείζονος σημασίας για το έμβρυο διότι κάθε δυσλειτουργία στην προγεννητική και περιγεννητική περίοδο μπορεί να το επηρεάσει δυσμενώς. Αντιθέτως, η ομαλή επικοινωνία της μητέρας και του εμβρύου είναι καθοριστική για την αρμονική ανάπτυξή του.
Λέξεις κλειδιά: Προγεννητική ψυχολογία, ψυχολογία εμβρύου, εγκυμοσύνη, άγχος
Νικολέττα Αράπογλου , Αικατερίνη Μαρβάκη , Ελένη Δοκουτσίδου , Όλγα Καδδά
Οι Κρανιοεγκεφαλικές Κακώσεις (ΚΕΚ) αποτελούν τις πρώτες αιτίες θανάτου και μόνιμης αναπηρίας σε όλες τις ηλικίες και, με διαφορά, στις ηλικίες 19 έως 27 ετών. Η νοσηρότητα και η θνησιμότητα παραμένουν υψηλές και εξαρτώνται από τη νευρολογική κατάσταση των ασθενών κατά την εισαγωγή τους, τη θεραπευτική αντιμετώπιση στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και το χειρουργείο, καθώς και την μετεγχειρητική αποκατάσταση και αποθεραπεία. Η πρόληψη και η θεραπεία των παραγόντων, που μπορεί να διατηρήσουν ή να επιδεινώσουν την ΕΥ, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό και ουσιαστικό ζήτημα της νευρολογικής εντατικής θεραπεία. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας συστηματικής ανασκόπησης ήταν να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα διαφόρων θεραπευτικών μέτρων για την αντιμετώπιση της ενδοκράνιας υπέρτασης. Υλικό και Μέθοδος: Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε ήταν η ανασκόπηση της ελληνικής και διεθνούς βιβλιογραφίας στις βάσεις δεδομένων (Iatrotek, Pubmed, Cinahl, Scopus,). Οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση των μελετών ήταν: «Υπεραερισμός», «θεραπευτική υποθερμία», «υπερωσμωτική θεραπεία», «κορτικοστερεοειδή», «κρανιοεγκεφαλική κάκωση» και αφορούσαν την τελευταία 15ετία. Αποτελέσματα: Ο υπεραερισμός , η υπερωσμωτική θεραπεία, τα βαρβιτουρικά, η θέση του ασθενούς, τα υπνωτικά- μυοχαλαρωτικά, η θεραπευτική υποθερμία, τα κορτικοστεροειδή και ορισμένοι επιθετικοί χειρουργικοί μέθοδοι (αποσυμπιεστική κρανιοτομή και παροχέτευση Εγκεφαλονωτιαίου Υγρού- ΕΝΥ) συνθέτουν το παζλ της σύγχρονης εντατικής φροντίδας ασθενών με σοβαρές ΚΕΚ. Ακρογωνιαίο λίθο για τον έλεγχο της ενδοκράνιας υπέρτασης αποτελούν η υπερωσμωτική θεραπεία, η θεραπευτική υποθερμία και η θέση του ασθενούς (ουδέτερη-ύπτια στις 30ο-45ο κλίση). Με σκεπτικισμό, φαίνεται να αντιμετωπίζονται ο υπεραερισμός, τα κατασταλτικά- μυοχαλαρωτικά, το βαρβιτουρικό κώμα και οι χειρουργικές μέθοδοι αντιμετώπισης. Αυτό οφείλεται στην πλειάδα των επιπλοκών που προκαλούν. Τέλος, τα κορτικοστερεοειδή ενοχοποιούνται ως ένα μέτρο το οποίο δεν βελτιώνει καθόλου τους ασθενείς με αυξημένη ΕΠ, αντίθετα επιδεινώνει την κατάστασή τους. Συμπεράσματα: Η άμεση χειρουργική αντιμετώπιση της ΕΥ συνοδεύεται από καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά τη θνητότητα, τη νοσηρότητα και τη νευρολογική έκβαση. Όσον αφορά τους ασθενείς με μη χειρουργήσιμες εγκεφαλικές βλάβες, αντιμετωπίζονται με προφυλακτικά και θεραπευτικά μέτρα κατά της ΕΥ και της εγκεφαλικής ισχαιμίας, τα κυριότερα των οποίων είναι: η καταστολή ή και μυοχάλαση, ο έλεγχος του πόνου, ο έλεγχος της θερμοκρασίας, η τοποθέτηση της κεφαλής και του ανώτερου κορμού σε ανάρροπη θέση 30-400, η αποιδηματική αγωγή με μαννιτόλη ή άλλα υπέρτονα διαλύματα. Τέλος ο υπεραερισμός είναι χρήσιμο εργαλείο άμεσης, αλλά πρόσκαιρης, παρέμβασης κατά την επιδείνωση της νευρολογικής εικόνας και μέχρι να διαπιστωθεί η αντικειμενική πραγματική κατάσταση.
Λέξεις κλειδιά: Υπεραερισμός, θεραπευτική υποθερμία, υπερωσμωτική θεραπεία, κορτικοστερεοειδή, κρανιοεγκεφαλική κάκωση
Η δωρεά οργάνων και το ζήτημα της συναίνεσης στις post-mortem μεταμοσχεύσεις αποτελούν αντικείμενο νομοθέτησης σε πολλές χώρες. Στόχοι της εκάστοτε νομοθεσίας είναι αφ’ ενός η μεγαλύτερη δυνατή αύξηση των διαθέσιμων οργάνων και αφετέρου ο ταυτόχρονος σεβασμός στην αξιοπρέπεια και στο δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού του θανόντος δότη. Τα τελευταία χρόνια αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχουν εισαγάγει το σύστημα της εικαζόμενης συναίνεσης. Στην Ελλάδα μέχρι την 1η Ιουνίου του 2013 ίσχυε το σύστημα της δηλούμενης συναίνεσης και της κάρτας δωρητή, με την οικογένεια του θανόντος να έχει σε κάθε περίπτωση αποφασιστικό ρόλο. Το συγκεκριμένο σύστημα, με δεδομένο πως η Ελλάδα είχε από τα χαμηλότερα ποσοστά διαθέσιμων οργάνων, απέτυχε εκ των πραγμάτων στο βασικό του στόχο. Από τον Ιούνιο του 2013 και με τον ν.3984/2011, ωστόσο, ισχύει το σύστημα της εικαζόμενης συναίνεσης στην “ήπια” εκδοχή του αφού η οικογένεια του θανόντος δότη εξακολουθεί να συμμετέχει ενεργά στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για αφαίρεση των οργάνων. Το σύστημα της εικαζόμενης συναίνεσης –όπως έχει προκύψει κατά τη συζήτηση του ζητήματος και την εφαρμογή της στο εξωτερικό- παρουσιάζει πλεονεκτήματα αλλά και αρκετά μειονεκτήματα. Για το λόγο αυτό η επέμβαση του νομοθέτη στον τρόπο συναίνεσης δεν είναι αρκετή για την επίτευξη του στόχου της αύξησης των διαθέσιμων οργάνων, αλλά απαιτούνται κι άλλες παρεμβάσεις σε επίπεδο οργανωτικό/κρατικό, σε επίπεδο νοοτροπίας της κοινωνίας και πολιτών και σε επίπεδο νοοτροπίας του ιατρικού προσωπικού.
Λέξεις κλειδιά: Δωρεά οργάνων, post-mortem, μεταμόσχευση, εικαζόμενη συναίνεση, δηλούμενη συναίνεση, Ν.3984/2011
Ευρυδίκη Καμπά , Γεωργία Γερογιάννη
Η εκπαίδευση βοηθάει τους ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια να αυξήσουν τις γνώσεις τους σχετικά με την κατάστασή τους και να διαχειριστούν αποτελεσματικά τη θεραπεία τους. Επιπλέον, η ψυχολογική στήριξη βοηθάει τους ασθενείς να ξεπεράσουν τα προβλήματα που προκαλούνται από την κατάστασή τους και να προσαρμοστούν αποτελεσματικά στο νέο τρόπο ζωής τους. Βασικός στόχος της εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι η σωματική, ψυχική και κοινωνική αποκατάσταση των ατόμων με νεφρική ανεπάρκεια. Επίσης, η κατάλληλη ψυχολογική υποστήριξη βοηθάει τα άτομα αυτά να αποδεχτούν την κατάστασή τους με ωριμότητα. O Νοσηλευτής παίζει πρωταρχικό ρόλο στην εκπαίδευση και στην ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών με Νεφρική Ανεπάρκεια. Επίσης, η εκπαίδευση κρίνεται απαραίτητο να διεξάγεται, πριν και μετά την έναρξη της θεραπείας της νεφρικής ανεπάρκειας.
Λέξεις κλειδιά: Εκπαίδευση, ψυχολογική υποστήριξη, νεφρική ανεπάρκεια, ρόλος νοσηλευτή.
Αθανάσιος Μπιτσιός , Ευδοκία Τσίγγανου
Η Νοσηλευτική ως επάγγελμα αποδεικνύεται να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικό για το μυοσκελετικό σύστημα. Οι δραστηριότητες που απαιτούνται κατά την άσκησή της και συμπεριλαμβάνουν την συχνή μετακίνηση ασθενών, την μεταφορά υλικού ακόμα και τον χειρισμό ή και την μεταφορά ειδικού εξοπλισμού, συντελούν στην εμφάνιση μυοσκελετικών διαταραχών. Σκοπός: Η καταγραφή των μυοσκελετικών διαταραχών και η διερεύνηση των πιθανών παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με τις συνθήκες εργασίας του νοσηλευτικού προσωπικού των γενικών νοσοκομείων της Κεντρικής Μακεδονίας. Μέθοδος: Μοιράστηκαν 600 ερωτηματολόγια που περιλάμβαναν το NMQ (The general Nordic for the Musculoskeletal symptoms Questionnaire) σε εργαζόμενους Νοσηλευτές/τριες της Κεντρικής Μακεδονίας, το Μάιο του 2013,από τα οποία συμπληρώθηκαν τα 440 (73,3%). Η στατιστική ανάλυση έγινε με το στατιστικό πακέτο SPSS 10, και οι στατιστικές δοκιμασίες περιλάμβαναν περιγραφική στατιστική και τον έλεγχο x2. Αποτελέσματα: Ένα μεγάλο ποσοστό (85%) του νοσηλευτικού προσωπικού που παρουσίασε μυοσκελετική διαταραχή τους προηγούμενους έξι μήνες σε περιοχές της οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, στον αυχένα και στα άνω άκρα, θεωρεί ως σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση των συμπτωμάτων αυτών την εργασία του. Αναφέρθηκε επίσης ότι το 63% αναγκάστηκε να απουσιάσει από την εργασία του εξαιτίας μυοσκελετικών διαταραχών. Επίσης, μόνο το 12,04% του προσωπικού είναι εκπαιδευμένο σε εργονομικά θέματα. Βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στην εμφάνιση μυοσκελετικών διαταραχών και στα τμήματα εργασίας. Συγκεκριμένα, το νοσηλευτικό προσωπικό που εργάζεται σε χειρουργικό τομέα των νοσοκομείων είχε μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης μυοσκελετικών διαταραχών (40,21%) σε σύγκριση με το τμήμα επειγόντων περιστατικών(15,28%), p=0,048. Συμπεράσματα: Οι μυοσκελετικές διαταραχές συσχετίζονται με τις εργασιακές δραστηριότητες του νοσηλευτικού προσωπικού στον τομέα εργασίας του. Ένας παράγοντας που θα μπορούσε να συμβάλλει στη μείωση του προβλήματος θα μπορούσε να είναι η σχετική με την πρόληψη των μυοσκελετικών εκπαίδευση.
Λέξεις κλειδιά: Μυοσκελετικές διαταραχές, νοσηλευτικό προσωπικό, μυοσκελετικές επιβαρύνσεις, οσφυαλγία