ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η εύρυθμη και βελτιστοποιημένη λειτουργία του ελληνικού δημόσιου νοσοκομείου στην παρούσα χρονική περίοδο απαιτεί την ύπαρξη διευθυντή/τριας, ο οποίος/α δια μέσω των ουσιαστικών και τυπικών προσόντων του, να δύναται να συντονίσει το πολυσύνθετο προσωπικό και να εναρμονίσει το πολύπλοκο εργασιακό περιβάλλον. Η τήρηση των ελαχίστων κριτηρίων της κείμενης νομοθεσίας (παράγραφος 4 του άρθρου 2 του νόμου 4052/2012) με επαύξηση και εκσυγχρονισμό των νομοθετικών προδιαγραφών κατάληψης της θέσης του διευθυντή/τριας θεωρείται επιτακτική και μείζονα, προκειμένου το νοσοκομείο να ευρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία και εναρμονισμό των αναγκών του ως απόρροια των μεταβολών του εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντός του.
Η διοίκηση του νοσοκομείου προϋποθέτει γνώσεις, δεξιότητες, ικανότητες και μια πλειάδα χρήσης διοικητικών εργαλείων, τα οποία πρέπει να προσαρμόζονται στις ανάγκες του συνεχούς μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος του δημόσιου νοσοκομείου. Οι αλλαγές θα πρέπει να επικεντρώνονται πρωτίστως στην οργανωσιακή συμπεριφορά και να επιτυγχάνονται, μέσα από την εκπαίδευση του προσωπικού, με την απόκτηση αρχών και μεθόδων επαγγελματισμού βασισμένων στην επιστημονική τεκμηρίωση. Οι αλλαγές στην οργανωσιακή συμπεριφορά, επιφέρουν θετικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα της διαχείρισης των ανθρώπινων και υλικών πόρων για την επίτευξη των σκοπών του οργανισμού.
Η επιτυχία κάθε οργανισμού, όπως και ενός δημόσιου νοσοκομείου, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διοίκησή του. Στη θέση αυτή ευρίσκεται ο διευθυντής/τρια, ο οποίος/α πρέπει να μεταλλαχτεί σε χαρισματικό ηγέτη, με έμπνευση και όραμα ώστε να μετατρέψει τους υφισταμένους του/της, σε συμμέτοχους του οράματός του/της για το νοσοκομείο. Η εθελούσια συμμετοχή των υφισταμένων και η υιοθέτηση των αλλαγών που προτείνονται θα συμβάλλουν στην επίτευξη καινοτόμων αποτελεσμάτων μέσω αυτών.
Λέξεις κλειδιά: Διοίκηση νοσοκομείου, διευθυντής, εργαλεία διοίκησης, ηγεσία, εσωτερικό περιβάλλον, εξωτερικό περιβάλλον
Βασιλική Τσίγκου , Ιωάννης Αποστολάκης , Παύλος Σαράφης
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η διακήρυξη της Άλμα Άτα το 1978 έθεσε ως στόχο το «υγεία για όλους έως το 2000» μέσω της οργάνωσης της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) για την πρόληψη, θεραπεία, αποκατάσταση από τη νόσο καθώς και την άρση των κοινωνικών ανισοτήτων. Παρόλα αυτά, η ΠΦΥ στην Ελλάδα δεν έλαβε ποτέ την επιθυμητή δομή ώστε να υποστηρίξει τον παραπάνω στόχο.
Η ΠΦΥ στην Ελλάδα υπήρξε διαχρονικά κατακερματισμένη, χωρίς οργάνωση και αξιολόγηση, με πτωχή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, ελλιπή εξοπλισμό, κακή ποιότητα υπηρεσιών, αυξημένο κόστος και επικέντρωση στη θεραπεία αντί της πρόληψης. Διάφορες προσπάθειες πραγματοποιήθηκαν για την αναδιάρθρωση της ΠΦΥ από τη δημιουργία του ΕΣΥ έως το 2009 χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα. Ωστόσο, από το 2017 ξεκίνησε η πιλοτική εφαρμογή του οικογενειακού ιατρού και του συστήματος παραπομπής στα νοσοκομεία, που είναι σε εξέλιξη.
Η διακήρυξη της Αστάνα το 2018 τόνισε εκ νέου την ανάγκη για την αναδιάρθρωση της ΠΦΥ διεθνώς για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης. Η Ελλάδα, μετά από αρκετές δεκαετίες ανεπιτυχών προσπαθειών για την αναδιοργάνωση της ΠΦΥ έχει σημειώσει πρόοδο, ωστόσο, το εγχείρημα είναι ακόμη υπό αξιολόγηση.
Λέξεις κλειδιά: πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, διακήρυξη της Άλμα Άτα, διακήρυξη της Αστάνα, υπηρεσίες υγείας
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η παρούσα εργασία στόχο έχει, να εξετάσει τα ηθικά διλήμματα που παρουσιάζονται κατά την επιθυμία για έκτρωση μετά από βιασμό.
Σε περίπτωση βιασμού, η γυναίκα εξαναγκάζεται να υποστεί περαιτέρω ψυχολογική βλάβη κυοφορώντας προϊόν βίας και όχι συναίνεσης. Όμως, σε περίπτωση βιασμού η τυχόν επακόλουθη έκτρωση τιμωρεί ουσιαστικά το αγέννητο παιδί που δεν διέπραξε κανένα έγκλημα. Αντίθετα, ο δράστης θα έπρεπε να τιμωρηθεί, όχι το κύημα.
Σε περίπτωση αιμομιξίας, η γυναίκα που έμεινε έγκυος από συγγενικό της πρόσωπο, είναι πολύ πιθανόν, να φέρει στον κόσμο τερατογενές κύημα, το οποίο θα υποφέρει σε όλη του τη ζωή. Επομένως η έκτρωση προτείνεται ως ‘θεραπευτική λύση’. Ο αντίλογος είναι ότι κίνδυνος γενετικών ανωμαλιών, υπάρχει (σε μικρότερο βαθμό) και σε συναινετικές εγκυμοσύνες. Θα έπρεπε λοιπόν να θανατώνονται μέσω της έκτρωσης όλα αυτά τα κυήματα με κάποια γενετική ανωμαλία;
Συμπερασματικά, σε περίπτωση βιασμού, το κύημα ή το παιδί, δεν είναι το σύμβολο μιας πράξης αγάπης, αλλά το σύμβολο μιας πράξης βίαιης, μια ζωντανή ανάμνηση του απάνθρωπου συμβάντος και τροχοπέδη στην ψυχική λύτρωση του θύματος. Η επιλογή της έκτρωσης φαίνεται ίσως να είναι η δίοδος για τη συνέχιση της πορείας της ζωής της γυναίκας-θύματος. Όμως, από ηθικής πλευράς, η έκτρωση μετά από βιασμό δεν είναι δικαιολογημένη γιατί ουσιαστικά ‘τιμωρείται’ το αθώο θύμα και όχι ο θύτης.
Λέξεις κλειδιά: έκτρωση, βιασμός, ηθικά διλλήματα
Λαμπρινή Χερουβείμ , Αλεξάνδρα Σκίτσου , Γιώργος Χαραλάμπους
Εισαγωγή: Η εναλλαγή του ωραρίου και η νυχτερινή εργασία ευθύνονται για τον αποσυγχρονισμό του κιρκάδιου ρυθμού και για τις διαταραχές ύπνου. Ο κιρκάδιος αποσυγχρονισμός επιφέρει διαταραχές του ορμονικού συστήματος, έλλειψη ύπνου, έντονη κόπωση, συναισθηματική ένταση και άγχος, με συμπτώματα κυρίως από το καρδιαγγειακό και γαστρεντερολογικό σύστημα.
Σκοπός: Διερεύνηση της υγείας των νοσηλευτών, που εργάζονται με βάρδιες, σε σωματικό και ψυχικό επίπεδο και οι παράγοντες που την επιβαρύνουν.
Υλικό και Μέθοδος: Η συγχρονική μελέτη βασίστηκε στις κλίμακες του ερωτηματολογίου Standard Shiftwork Index. Συμπληρώθηκε από 100 νοσηλευτές του Γ.Ν. Καβάλας, εργαζόμενους με κυκλικό ωράριο. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε μέσω του στατιστικού προγράμματος SPSS, 21η έκδοση.
Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα από την ανάλυση των δεδομένων έδειξαν αυξημένο επίπεδο γνωστικού και σωματικού άγχους των νοσηλευτών που εργάζονται με βάρδιες, το οποίο συσχετίζεται με την εκδήλωση καρδιολογικών και γαστρεντερολογικών συμπτωμάτων (p<0,001). Αποτυπώθηκε επιπλέον, ότι η εργασία με βάρδιες πυροδοτεί συνήθειες όπως το κάπνισμα (mean difference=10,69 p=0,01), την κακή διατροφή (40,48% υπέρβαροι, 17,86% παχύσαρκοι), την κατανάλωση αλκοόλ και καφεΐνης (mean difference= 0,933 p<0,001). Φάνηκε ότι επιβαρύνονται περισσότερο οι άνω των 40 ετών, με περισσότερα από 15 έτη υπηρεσίας.
Συμπεράσματα: Η εργασία με βάρδιες αυξάνει το άγχος των εργαζομένων, με αποτέλεσμα να μειώνεται το επίπεδο ψυχικής και σωματικής τους υγείας. Η αριθμητική επάρκεια νοσηλευτών θα σήμαινε καλύτερα προγράμματα εργασίας, προστασία της υγείας τους αλλά και αποτελεσματικότερα και αποδοτικότερα συστήματα υγείας.
Λέξεις κλειδιά: κυρκάδιος ρυθμός, νοσηλευτές, κυκλικό ωράριο, επιπτώσεις στην υγεία
Παναγιώτα Τριανταφυλλάκη , Γεώργιος Βασιλόπουλος , Βασιλική Ρωμανού , Δημήτριος Παπαγεωργίου
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Η μετεγχειρητική μηνιγγίτιδα είναι μια σπάνια νευροχειρουργική επιπλοκή η οποία οφείλεται στην απώλεια της ακεραιότητας των μηνίγγων λόγω νευροχειρουργικής επέμβασης με ή χωρίς τοποθέτηση καθετήρων παροχέτευσης εγκεφαλονωτιαίου υγρού (ΕΝΥ). Παρά τη χαμηλή επίπτωσή της, η μετεγχειρητική μηνιγγίτιδα συνοδεύεται από σοβαρές επιπλοκές.
Σκοπός: Η διερεύνηση και η ανάλυση των περιπτώσεων μετεγχειρητικής μηνιγγίτιδας που νοσηλεύθηκαν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) (παράγοντες προδιάθεσης, μικροβιακά αίτια, θεραπεία και έκβαση)
Υλικό και Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε αναδρομική μελέτη κατά το έτος 2016 στο νοσοκομείο Γ.Ν.Α. “Γ. Γεννηματάς» . Μελετώμενος πληθυσμός ήταν 23 ασθενείς ηλικίας άνω των 18 ετών που είχαν υποβληθεί σε νευροχειρουργική επέμβαση. Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν ειδικές φόρμες καταγραφής και τα δεδομένα πάρθηκαν από τους φακέλους των ασθενών. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με το πρόγραμμα Statistical Package for the Social Sciences ver.25. Τιμές p <0.05 θεωρήθηκαν στατιστικά σημαντικές.
Αποτελέσματα: Από τους 23 ασθενείς που μελετήθηκαν οι 9 εμφάνισαν μηνιγγίτιδα ως επιπλοκή μετά την επέμβαση (39,1%). Από τις συσχετίσεις που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ των ασθενών που δεν εμφάνισαν μηνιγγίτιδα και αυτών που εμφάνισαν προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στον επείγοντα ή μη χαρακτήρα της επέμβασης καθώς και στην τοποθέτηση ή όχι καθετήρα εξωτερικής παροχέτευσης ΕΝΥ. Επιπλέον παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη διάρκεια νοσηλείας των ασθενών που εμφάνισαν μηνιγγίτιδα και αυτών που δεν εμφάνισαν, με σχεδόν διπλάσιο αριθμό ημερών νοσηλείας των πρώτων.
Συμπεράσματα: Η μετεγχειρητική μηνιγγίτιδα αποτελεί βαριά επιπλοκή σε ασθενείς νοσηλευόμενους σε ΜΕΘ, συνδέεται αιτιολογικά με την παρουσία παροχετευτικών καθετήρων του ΕΝΥ και προκαλεί παράταση του χρόνου νοσηλείας των ασθενών αυτών.
Λέξεις κλειδιά: μετεγχειρητική μηνιγγίτιδα, νοσοκομειακή μηνιγγίτιδα, νοσοκομειακή λοίμωξη
Ελένη Μοσχονά , Αντιγόνη Σκούρα , Ήρα Αντωνιάδου , Δημήτριος Κοσμίδης , Δημήτρης Θεοφανίδης
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Παρότι η διαχείριση του αεραγωγού σε μονάδες νοσηλείας κρίσιμες για τη ζωή των ασθενών, όπως οι ΜΕΘ, τα ΤΕΠ και τα Αναισθησιολογικά τμήματα, περιλαμβάνει νοσηλευτικές διαδικασίες που απαιτούν γνώσεις και δεξιότητες, οι δύο αυτοί παράγοντες, αποτελούν ένα αμφισβητούμενο πεδίο καθώς δεν έχουν μελετηθεί στην Ελλάδα.
Σκοπός: Η αξιολόγηση του επιπέδου γνώσης των νοσηλευτών ΜΕΘ, ΤΕΠ και Αναισθησιολογικών τμημάτων σχετικά με τη διαχείριση του αεραγωγού.
Υλικό και μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε συγχρονική έρευνα με τη χρήση ενός αυτοσυμπληρούμενου ερωτηματολογίου που διανεμήθηκε σε δείγμα 211 νοσηλευτών εργαζόμενων σε 24 τμήματα (ΜΕΘ, ΤΕΠ και Αναισθησιολογικά) σε 8 νοσοκομεία της Βορείου Ελλάδας. Το εργαλείο ελέγχου γνώσεων αποτελούνταν από 25 ερωτήσεις γνώσεων κλειστού τύπου. Υπολογίστηκαν ο μέσος όρος της βαθμολογίας (κλίμακα 0-25), το επίπεδο γνώσεων, οι σχέσεις της βαθμολογίας με τα υπόλοιπα δημογραφικά δεδομένα καθώς και ορισμένοι πιθανοί αιτιολογικοί παράγοντες, ως ανεξάρτητες μεταβλητές για την ερμηνεία της διακύμανσης της βαθμολογίας των γνώσεων.
Αποτελέσματα: Το εργαλείο γνώσεων έδειξε ικανοποιητική αξιοπιστία (Cronbach’s α=0,706) και εγκυρότητα περιεχομένου (CVI=0,907). Ο μέσος όρος βαθμολογίας των γνώσεων του δείγματος ήταν 16,87 και το επίπεδο χαρακτηρίστηκε «πολύ καλό». Οι διαφορές στις βαθμολογίες μεταξύ ΜΕΘ, Αναισθησιολογικού και ΤΕΠ αποδόθηκαν κυρίως στη φύση και την εξειδίκευση των νοσηλευτών. Η πολλαπλή παλινδρόμηση ανέδειξε την εργασία σε συγκεκριμένα νοσοκομεία, το τμήμα, το είδος του νοσοκομείου (επαρχιακό ή Θεσσαλονίκης), τη συχνότητα της επιμόρφωσης, την εμπειρική (επαγγελματική) γνώση, και την πιστοποίηση BLS και ILS ως ανεξάρτητες μεταβλητές για την ερμηνεία της διακύμανσης του επιπέδου γνώσεων των νοσηλευτών.
Συμπεράσματα: Οι γνώσεις των νοσηλευτών των ΜΕΘ, ΤΕΠ και Αναισθησιολογικών τμημάτων της παρούσας μελέτης στη διαχείριση του αεραγωγού θεωρούνται καλές έως πολύ καλές. Ωστόσο είναι αναγκαίο να ενσωματωθεί σε συχνή, τακτική βάση μία συνεχιζόμενη και εξειδικευμένη επιμόρφωση, τουλάχιστον σε ορισμένα κρίσιμα τμήματα παροχής φροντίδας. Οι παράγοντες που επιδρούν στην θεωρητική επίδοση των νοσηλευτών πρέπει να μελετηθούν περαιτέρω για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα.
Λέξεις κλειδιά: διαχείριση αεραγωγού, νοσηλευτές, γνώσεις, νοσηλευτική φροντίδα
Αθηνά Παπαγεωργίου , Βασιλική Παπανικολάου , Αλεξάνδρα Σκίτσου , Πέτρος Γαλάνης , Γιώργος Χαραλάμπους
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Οι απόψεις των ασθενών για την παροχή της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας και η ικανοποίησή τους από αυτή, αποτελούν σημαντικά κριτήρια, καθώς συμβάλλουν στον εντοπισμό των κρίσιμων διαστάσεων που χρειάζονται βελτίωση και στην εξερεύνηση των απαραίτητων λύσεων.
Σκοπός: Η διερεύνηση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας, μέσω της αποτύπωσης των απόψεων και του βαθμού ικανοποίησης των ασθενών.
Υλικό- Μέθοδος: Διεξήχθη συγχρονική μελέτη με δειγματοληψία ευκολίας. Το δείγμα που επιλέχθηκε περιλάμβανε 102 ασθενείς που νοσηλεύονταν σε κλινικές γενικού νοσοκομείου στην Θεσσαλονίκη. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν με τη χρήση κατάλληλου τυποποιημένου ερωτηματολογίου Servqual. Η ανάλυση των δεδομένων διενεργήθηκε με το λογισμικό πρόγραμμα IBM SPSS, έκδοση 24.0.
Αποτελέσματα: Από τα ευρήματα της μελέτης προέκυψε ότι η ικανοποίηση των ασθενών από τις υπηρεσίες υγείας κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα (85%). Επιπλέον προέκυψε ότι οι ασθενείς θεωρούν εξίσου σημαντικές όλες τις διαστάσεις: διασφάλιση/εγγύηση (87%), ενσυναίσθηση (86%) ανταπόκριση (85%), απτή διάσταση (84,5%), αξιοπιστία (83%). Μεταξύ των άλλων ερευνητικών ευρημάτων διαπιστώθηκε απόκλιση μεταξύ της επιθυμητής και της αντιλαμβανόμενης ποιότητας υπηρεσιών στη διάσταση της διασφάλισης (0,57%) και της ανταπόκρισης (0,43%).
Συμπεράσματα: Η ικανοποίηση των ασθενών από την ποιότητα των υπηρεσιών του γενικού νοσοκομείου της Θεσσαλονίκης ήταν υψηλή, ενώ ταυτόχρονα αναδείχθηκαν και ορισμένοι τομείς που χρειάζονται βελτίωση. Τα ευρήματα αυτά, σε συνδυασμό με την ενσωμάτωση στο σύστημα διοίκησης της αξιολόγησης για την παρεχόμενη ποιότητα υπηρεσιών υγείας, μπορούν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο υλικό για τη διοίκηση του νοσοκομείου και να συμβάλλουν σημαντικά στην αναβάθμιση της λειτουργίας του. Επίσης υπάρχει ανάγκη για συνεχή μέτρηση της ικανοποίησης των ασθενών, με απώτερο στόχο την αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας.
Λέξεις κλειδιά: ικανοποίηση ασθενών, ποιότητα υπηρεσιών, μοντέλο Servqual
Δημήτριος Κοσμίδης , Αντωνία Σάρρα Μαχμούντ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Η πανδημία COVID-19 αποτέλεσε ένα μείζον ζήτημα για τις δομές παροχής υγείας, που βρέθηκαν υπό συνεχή πίεση σε αλλεπάλληλα κύματα. Οι επαγγελματίες υγείας και ιδιαίτερα οι νοσηλευτές της πρώτης γραμμής αντιμετώπισαν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες εργασίας, γεγονός που καταγράφηκε σε πολλές ερευνητικές προσπάθειες διεθνώς.
Σκοπός: Ο κύριος στόχος αυτού του άρθρου ήταν, να διερευνήσει τις γνώσεις, τις στάσεις και τις αντιλήψεις των νοσηλευτών, σχετικά με την πανδημία με ιδιαίτερη εστίαση σε ζητήματα που απασχολούσαν τον επαγγελματικό τους βίο.
Υλικό – Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε συστηματική κριτική αναζήτηση της βιβλιογραφίας το τελευταίο έτος (2020), ακολουθούμενη από έλεγχο και επιλογή των μελετών. Οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: «νοσηλευτική», «κορονοϊός», «πανδημία», «γνώσεις», «στάσεις», «αντιλήψεις», και παράγωγα ή συνώνυμα αυτών στη βάση Pubmed. Αφού εντοπίστηκαν οι σχετικές μελέτες, άρχισε μια διαδικασία εξαγωγής δεδομένων για τα θέματα που αναφέρονται στα άρθρα που συμπεριλήφθηκαν.
Αποτελέσματα: Μετά από προσεκτική εξέταση 1277 αρχικών βιβλιογραφικών αναφορών, η ανάλυση επικεντρώθηκε τελικά σε 38 ερευνητικές μελέτες σχετικά με τις γνώσεις στάσεις και αντιλήψεις των νοσηλευτών κατά την πανδημία COVID-19. Αυτά ομαδοποιήθηκαν σε 5 θεματικές ενότητες. Οι νοσηλευτές εξέφρασαν προβλήματα υποστελέχωσης και αυξημένου φόρτου εργασίας, έντονες αρνητικές ψυχολογικές επιπτώσεις (δυσφορία, φόβος, συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης), ανησυχίες για την επάρκεια των πόρων (κυρίως έλλειψη μέσων ατομικής προστασίας), δυσχέρειες στην επικοινωνία και αναζήτηση περαιτέρω ενημέρωσης και εκπαίδευσης.
Συμπεράσματα: Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι νοσηλευτές και κυρίως αυτοί στην πρώτη γραμμή ανέφεραν, πολλαπλά προβλήματα και ανησυχίες, σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Τα προβλήματα αυτά, μπορούν να χρησιμεύσουν και να ληφθούν υπόψη, στη δημιουργία κεντρικών σχεδιασμών πιθανών μελλοντικών κρίσεων.
Λέξεις κλειδιά: γνώσεις, στάσεις, αντιλήψεις, COVID-19, πανδημία, νοσηλευτές
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) αποτελεί κύριο αίτιο νοσηρότητας και θνητότητας παγκοσμίως. Αποτελεί την τέταρτη αιτία θανάτου, ενώ σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), μέχρι το 2030 η νόσος θα αποτελεί την τρίτη αιτία θανάτου και την έβδομη αιτία νοσηρότητας παγκοσμίως.
Σκοπός: Να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα των εφαρμογών του m-Health (κινητής υγείας) στην αυτό-διαχείριση της ΧΑΠ.
Υλικό και Μέθοδος: Στην παρούσα ανασκόπηση συμπεριλήφθηκε βιβλιογραφία άρθρων στην αγγλική γλώσσα, από το 2014 έως το 2019, τα οποία ήταν διαθέσιμα στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων PubMed και google scholar. Για την αναζήτηση χρησιμοποιήθηκαν συνδυασμοί των λέξεων “mobile health”, “m-Health”, “m-Health apps”, “copd”, “self-management”, “self-management of copd”, “exacerbation”.
Αποτελέσματα: Η ΧΑΠ είναι μία σοβαρή νόσος των πνευμόνων η οποία χαρακτηρίζεται από προοδευτική μείωση της ροής του αέρα.H ΧΑΠ εξελίσσεται σταδιακά και συνήθως εμφανίζεται μετά την ηλικία των 40 ή 50 ετών, ενώ τα συμπτώματά της είναι η δύσπνοια, ο χρόνιος βήχας και η αυξημένη παραγωγή πτυέλων. Επιπλέον, οι ασθενείς έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης παροξύνσεων της νόσου, με συνέπεια οι ασθενείς να παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά επαναεισαγωγής στο νοσοκομείο. Συγκεκριμένα, 1 στις 8 επείγουσες εισαγωγές στο νοσοκομείο σχετίζονται με την νόσο, ενώ 1 στους 3 ασθενείς με ΧΑΠ επαναεισάγεται στο νοσοκομείο εξαιτίας της παρόξυνσης της νόσου, μέσα σε διάστημα 28-30 ημερών από την τελευταία του νοσηλεία. Η αποτελεσματική αυτό-διαχείριση της ΧΑΠ μέσω της κλινικής και κοινωνικής υποστήριξης, αποτελεί τον παράγοντα κλειδί για την βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και την μείωση των εισαγωγών στον νοσοκομείο.Με κύριο γνώμονα ότι η ΧΑΠ αποτελεί μείζον πρόβλημα υγείας, αφενός για τον ίδιο τον ασθενή και αφετέρου για το σύστημα υγείας, πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση μελετών των τελευταίων πέντε ετών, με σκοπό την διερεύνηση της αποτελεσματικότητας του m-Health, στην αυτό-διαχείριση της νόσου.Τα ευρήματα των εξεταζόμενων ερευνών έδειξαν σημαντική ενίσχυση της ενεργοποίησης των ασθενών στην παρακολούθηση της νόσου, ενδυνάμωση των ασθενών στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της νόσου, αύξηση της συμμόρφωσης στην φαρμακευτική αγωγή.
Συμπεράσματα: Οι εφαρμογές mHealth μπορούν να ενδυναμώσουν τον ασθενή στην διαδικασία της αυτό-διαχείρισης της νόσου και να να βελτιώσουν τον δείκτη HRQoL (Health Releated Quality of Life - Ποιότητα Ζωής σε σχέση με την Υγεία).
Λέξεις κλειδιά: κινητή υγεία, εφαρμογές κινητής υγείας, ΧΑΠ, αυτο-διαχείριση της ΧΑΠ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Ο καρκίνος του μαστού είναι ο πιο συχνός τύπος καρκίνου στις γυναίκες και η διαγνωστική προσέγγιση της νόσου έχει σκοπό την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για την πρόγνωσή της, προκειμένου να οριστεί το βέλτιστο θεραπευτικό πρωτόκολλο, πλήρως εξειδικευμένο στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του όγκου, μεγιστοποιώντας την αποτελεσματικότητα και ελαχιστοποιώντας τις ανεπιθύμητες ενέργειες.
Σκοπός: Η διερεύνηση της συσχέτισης των υπερηχογραφικών ευρημάτων με σκιαγραφικό μέσο με παθολογοανατομικούς προγνωστικούς παράγοντες στον καρκίνο του μαστού.
Υλικό και μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε μια συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση στις βάσεις δεδομένων PubMed και Scopus από από την έναρξη λειτουργίας των βάσεων έως τις 15/12/2019, χρησιμοποιώντας τις εξής λέξεις-κλειδιά: contrast-enhanced ultrasound, breast cancer, prognostic factors.
Αποτελέσματα: Ανευρέθηκαν 13 μελέτες σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει ένδειξη για τη σχέση μεταξύ των υπερηχογραφικών χαρακτηριστικών, μετά τη χρήση του σκιαγραφικού μέσου, (π.χ. βαθμός σκιαγραφικής ενίσχυσης του όγκου, ασαφοποίηση των ορίων του όγκου, εσωτερική ομοιογένεια ή ανομοιογένεια της σκιαγραφικής ενίσχυσης, σκιαγραφική ενίσχυση του λεμφαδένα φρουρού κ.ά.) και των παθολογοανατομικών προγνωστικών παραγόντων στον καρκίνο του μαστού που είναι το μέγεθος του όγκου, ο βαθμός κακοήθειας, η αδρή νέκρωση, η διήθηση στους μασχαλιαίους λεμφαδένες, οι υποδοχείς των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, ο υποδοχέας HER2, καθώς και οι πρωτεΐνες Ki-67 και p53.
Συμπεράσματα: Η χρήση υπερηχογραφήματος με σκιαγραφικό μέσο έχει τα εχέγγυα, ώστε να αποτελέσει μία χρήσιμη, μη επεμβατική και φθηνή διαγνωστική προσέγγιση, μεταξύ των καθιερωμένων διαγνωστικών τεχνικών στις ασθενείς με καρκίνο του μαστού.
Λέξεις κλειδιά: υπερηχογράφημα με σκιαγραφικό μέσο, καρκίνος του μαστού, προγνωστικοί παράγοντες