Τα καρδιαγγειακά νοσήματα σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ. εκτιμάται ότι αντιπροσώπευσαν στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες και σε πολλές αναπτυσσόμενες, τον κύριο όγκο τόσο της θνησιμότητας όσο και της νοσηρότητας. Με τη βελτίωση του προσδόκιμου επιβίωσης, προβλέπεται ότι κατά τα επόμενα χρόνια, το ποσοστό των ατόμων των 65 ετών θα αυξηθεί. Mε τη δυσανάλογη αύξηση των ηλικιωμένων σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αριθμός των ηλικιωμένων ασθενών με καρδιαγγειακή νόσο θα επεκταθεί σημαντικά. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των επιδημιολογικών δεδομένων μεταξύ ηλικιωμένων και καρδιαγγειακών νοσημάτων. Υλικό και μέθοδος: Αναζητήθηκε βιβλιογραφία σε διάφορες ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων (Medline, Scopus, EMBASE και Cochrane Library) για να προσδιορίσουμε άρθρα σχετικά με την επιδημιολογία καρδιαγγειακών νοσημάτων που δημοσιεύθηκαν στο χρονικό διάστημα 1971-2007. Η αναζήτηση πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας τους ακόλουθους βασικούς όρους: επιδημιολογία, ηλικιωμένοι, επιπολασμός, επίπτωση, καρδιαγγειακά νοσήματα, θνησιμότητα, και νοσηρότητα. Αποτελέσματα: Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής όσο και στην Ευρώπη προκύπτει ότι στη μεγάλη ηλικία, τόσο η επίπτωση όσο και ο επιπολασμός της καρδιαγγειακής νόσου αυξάνονται. Ίδια ποσοστά επιπολασμού σε αυτή τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα έδωσαν και έρευνες στην Ελλάδα. Σχεδόν τα δύο τρίτα του συνόλου των θανάτων στις γυναίκες και στους άνδρες ≥ 65 ετών οφείλονται σε κάποια εκδήλωση των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η νοσηρότητα και η θνησιμότητα της καρδιαγγειακής νόσου υπόκειται σε ευρεία γεωγραφική διακύμανση τόσο μεταξύ των διαφόρων χωρών όσο και στο εσωτερικό τους. Οι καρδιαγγειακές ασθένειες αποτελούν σημαντική αιτία αναπηρίας στους ηλικιωμένους. Η αθηροσκλήρυνση, η υπέρταση, ο διαβήτης, το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή, μεταξύ των άλλων, είναι υπεύθυνοι για την καρδιαγγειακή νόσο, η οποία προκαλεί το 70% όλων των θανάτων μετά την ηλικία των 75 ετών. Διαφορές προέκυψαν ως προς το φύλο, τη φυλή, την εθνικότητα, τη γεωγραφική κατανομή αλλά και το οικονομικό κόστος. Συμπεράσματα: Η αυξανόμενη επιβάρυνση των καρδιαγγειακών παθήσεων κατά τη γήρανση αποτελεί οικονομική επιβάρυνση για τις κοινωνίες και τα συστήματά υγειονομικής περίθαλψης τους. Η έγκαιρη διάγνωση, πρόληψη, ανίχνευση, θεραπεία και πρόγνωση των καρδιαγγειακών παθήσεων στους ηλικιωμένους μπορεί να βελτιώσει τόσο την ποιότητα όσο και την ποσότητα της ζωής τους.
Λέξεις κλειδιά: Επιδημιολογία, νοσηρότητα, θνησιμότητα, επίπτωση, επιπολασμός, καρδιαγγειακά νοσήματα, ηλικιωμένοι
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική αύξηση των κρουσμάτων άσθματος παγκοσμίως, γεγονός που, κατά την επιστημονική κοινότητα, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος από μολυσματικούς παράγοντες. Το άσθμα είναι μία χρόνια πάθηση του αναπνευστικού συστήματος με κύριο χαρακτηριστικό της τη δύσπνοια, που οφείλεται σε παροδική στένωση των αεραγωγών. Με κύρια χαρακτηριστικά μία συνεχώς αυξανόμενη επιδημιολογική διάσταση, τη χρονιότητα, την πολυπαραγοντική αιτιολογία του και την αδιευκρίνιστη παθογένειά του, το άσθμα διατηρεί πάντοτε τα πρωτεία σε κάθε μορφής επιστημονικές εκδηλώσεις. Άνθρωποι όλων των ηλικιών, σε όλο τον κόσμο, πάσχουν από αυτή τη χρόνια νόσο, η οποία, εάν δεν βρίσκεται σε έλεγχο, μπορεί να τους θέσει σοβαρούς περιορισμούς στην καθημερινή τους ζωή ή και να αποβεί κάποιες φορές μοιραία. Σκοπός: Με τη μελέτη αυτή επιχειρείται να καταδειχθεί η επίδραση του περιβάλλοντος στην εμφάνιση και ανάπτυξη του άσθματος. Ανασκόπηση (Μέθοδος): Η βιβλιογραφία που ανασκοπήθηκε ήταν πρόσφατη Ελληνική και Διεθνής και πραγματοποιήθηκε μέσω της αναζήτησης πληροφοριών κυρίως στις βάσεις δεδομένων Pubmed και TRIP Database. Αποτελέσματα - Συμπεράσματα: Η ατμοσφαιρική ρύπανση και η επίδραση του «δυτικού» τύπου διαβίωσης συμβάλλουν στην αύξηση του επιπολασμού του άσθματος στις ανεπτυγμένες χώρες. Δεδομένα από πληθώρα μελετών στηρίζουν την άποψη ότι η αλλαγή στον τρόπο διατροφής, η μείωση της σωματικής άσκησης και το καθημερινό άγχος σε μια ταχέως κινούμενη κοινωνία επιδρούν άμεσα στην ανάπτυξη του άσθματος. Η έκταση που προσλαμβάνουν οι κλιματικές αλλαγές στον πλανήτη, η αύξηση της ευαισθησίας σε αλλεργιογόνα, η χρήση ερεθιστικών ουσιών για το αναπνευστικό, όπως φυτοφάρμακα και βιομηχανικές ουσίες, η χαμηλή ποιότητα του αέρα των εσωτερικών χώρων και η κληρονομικότητα οδηγούν σε νέα κρούσματα άσθματος παγκοσμίως. Η ελαχιστοποίηση των συμπτωμάτων και ο έλεγχος της νόσου δίνει την ευκαιρία στον πάσχοντα για μία καλύτερη ποιότητα ζωής. Επιπλέον, η καλύτερη κατανόηση των περιβαλλοντικών παραγόντων που πυροδοτούν την έναρξη του άσθματος και εξήγηση των δράσεων των γονιδίων που εμπλέκονται, θα επιτρέψουν το σχεδιασμό αποτελεσματικών προγραμμάτων πρόληψης και αντιμετώπισης.
Λέξεις κλειδιά: Άσθμα, περιβαλλοντικοί παράγοντες, αλλεργιογόνα, διαχείριση άσθματος
Αλέξανδρος Γιαννουλάκης , Παναγιώτα Κόντι
Τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (ΑΕΕ) αποτελούν την τρίτη αιτία θανάτου μετά τα καρδιακά νοσήματα και τον καρκίνο στις αναπτυγμένες χώρες. Στους ασθενείς ηλικίας άνω των 65 χρόνων τα ΑΕΕ αναδεικνύονται ως μια από τις κυριότερες αιτίες ανικανότητας. Επίσης, ευθύνονται για 4,5 εκατομμύρια θανάτους περίπου κάθε χρόνο, σε παγκόσμια κλίμακα. Σκοπός: Σκοπός της παρούσης εργασίας ήταν η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας ως προς τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου που ευθύνονται για την πρόκληση Α.Ε.Ε., ισχαιμικής αιτιολογίας. Η μεθοδολογία της εργασίας περιελάμβανε αναζήτηση ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών κυρίως της τελευταίας 8ετίας στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Pub Med που αναφέρονταν στους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου πρόκλησης Α.Ε.Ε., ισχαιμικής αιτιολογίας. Αποτελέσματα: Στην πλειοψηφία των ερευνητικών μελετών, οι παράγοντες που ευθύνονται για την πρόκληση αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ταξινομούνται ανάλογα με τη δυνατότητα τροποποίησης τους: σε τροποποιήσιμους και μη τροποποιήσιμους. Ορισμένοι από τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου έχουν τεκμηριωθεί πλήρως ενώ κάποιοι άλλοι χρήζουν περαιτέρω τεκμηρίωσης. Ο κυριότερος τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου είναι αρτηριακή υπέρταση, διότι αφενός προάγει την αθηροσκλήρωση των αγγείων αφετέρου οδηγεί σε εκφυλιστικές αλλοιώσεις και στενώσεις των μικρών αγγείων του εγκεφάλου. Η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί τον πλέον σημαντικό παράγοντα κινδύνου πρόκλησης ΑΕΕ, καθώς ευθύνεται για το 50% των θρομβοεμβολικών επεισοδίων. Επίσης, οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για ΑΕΕ, σε σύγκριση με τα υγιή άτομα, ενώ ο κίνδυνος αυξάνεται περισσότερο στα ινσουλινοεξαρτώμενα άτομα. Η υπερλιπιδαιμία και οι διαταραχές της ολικής χοληστερόλης ευθύνονται για την αθηροσκλήρωση των στεφανιαίων αγγείων αλλά και της καρωτίδας. Αναλυτικότερα, η καρωτιδική στένωση >50% σε άτομα άνω των 65 χρόνων αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου πρόκλησης ΑΕΕ. Παρότι, η σχέση καπνίσματος και κινδύνου πρόκλησης ΑΕΕ δεν έχει ακόμα πλήρως κατανοηθεί, εντούτοις, οι καπνιστές ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου διότι το κάπνισμα σχετίζεται με την αθηροσκλήρωση. Επιπροσθέτως, οι παθήσεις του αίματος και κυρίως η δρεπανοκυτταρική αναιμία ευθύνονται για την πρόκληση ΑΕΕ ισχαιμικής αιτιολογίας καθώς η προοδευτική στένωση των αγγείων εμποδίζει την παροχή οξυγόνου στον εγκέφαλο και ιστούς. Συμπεράσματα: Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι κυριότεροι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου πρόκλησης Α.Ε.Ε είναι η υπέρταση, η κολπική μαρμαρυγή, ο σακχαρώδης διαβήτης, η καρωτιδική στένωση, το κάπνισμα και η δρεπανοκυτταρική αναιμία. Δεδομένου, ότι αυτοί οι παράγοντες κινδύνου είναι τροποποιήσιμοι και συνεπώς προβλέψιμοι, η οργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε άτομα υψηλού κινδύνου αποτελεί θέμα υψίστης σπουδαιότητας.
Λέξεις κλειδιά: Αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, ισχαιμικής αιτιολογίας, τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου
Μάρθα Κελέση-Σταυροπούλου , Ματίνα Σταυροπούλου
Πολλά στοιχεία από την θεωρία της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού προέρχονται από τα γενικά πεδία των επιχειρήσεων και της διοίκησης. Η νοσηλευτική διοίκηση περιλαμβάνει γνώσεις για τη διαχείριση του προσωπικού που σχετίζονται με την προσέλκυση, την επιλογή, την πιστοποίηση, την ανάθεση των καθηκόντων, τη διατήρηση και την προαγωγή. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανάλυση των παραμέτρων που αφορούν στρατηγικές διοίκησης τμημάτων στελεχωμένων με νοσηλευτές. Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας από διεθνή και ελληνικά συγγράμματα καθώς και αναζήτηση από ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων (Medline, Pub med, Scopus). Συμπεράσματα: Ο θεμέλιος λίθος της θεωρίας της νοσηλευτικής διοίκησης είναι ότι οι εργαζόμενοι διοικούνται με στόχο την μέγιστη παραγωγικότητα και την εκπλήρωση της αποστολής του οργανισμού. Η αποδοτικότητα των ανθρώπινων πόρων στον υγειονομικό τομέα είναι συνισταμένη της ιεραρχικής εξέλιξης, των κινήτρων, της ικανοποίησης του εργαζομένου, των συνθηκών εργασίας αλλά και της δια βίου επιμόρφωσης.
Λέξεις κλειδιά: Διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού, υγειονομικές μονάδες, παραγωγικότητα της εργασίας
Χρυσούλα Βαλαμουτοπούλου , Ιωάννης Κουτελέκος
Το σύνδρομο Asperger αναφέρεται στις διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές και ταξινομήθηκε ως ξεχωριστή διαταραχή αρχικά στο ICD -10 (World Health Organization,1992) και στη συνέχεια στο DSM–IV (American Psychiatric Organization, 1994). Το σύνδρομο Asperger συγκαταλέγεται σε μία υπο-ομάδα διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών που αναφέρονται στο φάσμα του αυτισμού των οποίων χαρακτηριστικό είναι οι δυσκολίες στην κοινωνική και συναισθηματική αλληλεπίδραση, στην επικοινωνία, και οι στερεοτυπίες. Σκοπός: Σκοπός της παρούσης εργασίας ήταν η περιγραφική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας ως προς την επιδημιολογία, τη διαφορική διάγνωση από τον αυτισμό, την αιτιοπαθογένεια, τη διάγνωση, τις θεραπευτικές προσεγγίσεις και το δυσκολία προσαρμογής του οικογενειακού περιβάλλοντος, σχετικά με τη διερεύνηση του συνδρόμου Asperger. Υλικό και μέθοδος: Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιλάμβανε εξειδικευμένη ηλεκτρονική αναζήτηση σχετικά με το σύνδρομο Asperger στα παιδιά, χρησιμοποιώντας ειδικές λέξεις – κλειδιά. Αποτελέσματα: Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας έδειξε ότι τα άτομα με σύνδρομο Asperger βιώνουν πραγματικά μεγάλες δυσκολίες σε στοιχειώδεις κοινωνικές συμπεριφορές, όπως αποτυχία στην ανάπτυξη και δημιουργία φιλικών σχέσεων ή στην αναζήτηση διασκεδαστικών δραστηριοτήτων μαζί με άλλους. Επίσης δυσκολεύονται στην κατανόηση της μη λεκτικής επικοινωνίας (γλώσσα του σώματος) και τις εκφράσεις του προσώπου, τις στάσεις σώματος και την βλεμματική επαφή. Συμπεράσματα: Η πρώιμη αναγνώριση του συνδρόμου Asperger είναι επιτακτική, με απώτερο στόχο την συνεχή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση όλων των επαγγελματιών υγείας, κάτω από το πρίσμα της διεπιστημονικής προσέγγισης αλλά και του ευρύτερου κοινού, απέναντι σε αυτό.
Λέξεις κλειδιά: Σύνδρομο Asperger, αυτισμός, διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, στερεοτυπική συμπεριφορά, συναισθηματικές δυσκολίες, κοινωνικές δυσλειτουργίες, μη λεκτική επικοινωνία
Νίκη Κόντου , Γεωργία Γεωργίου , Δημοσθένης Παναγιωτάκος
Στους αιτιολογικούς παράγοντες του καρκίνου περιλαμβάνονται οι διατροφή, η φυσική δραστηριότητα, περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες. Ο καρκίνος αποτελεί την δεύτερη αιτία θανάτου μετά από τα καρδιαγγειακά παγκοσμίως και αναμένεται να αυξηθεί η συνολική του επίπτωση, ενώ το 80% των καρκίνων του πεπτικού, του μαστού και του προστάτη οφείλονται σε κακές διαιτητικές συνήθειες. Πολλές έρευνες γίνονται με σκοπό να συσχετίσουν τη διατροφή στο σύνολό της αλλά και στα επιμέρους συστατικά με την πρόληψη του καρκίνου, χωρίς να έχουν βρεθεί ακόμα πολλά ισχυρά δεδομένα. Σημαντικές συσχετίσεις έχουν βρεθεί για την προστατευτική δράση των φρούτων και λαχανικών με τον καρκίνο παχέος εντέρου, την επιβαρυντική δράση του κόκκινου κρέατος και τον προστατευτικό ρόλο του γάλακτος στον κολοορθικό καρκίνο. Η υψηλή κατανάλωση αλκοόλ σχετίζεται με την εμφάνιση καρκίνου στοματικής κοιλότητας και οισοφάγου, ενώ τα πολύ ζεστά ροφήματα πιθανόν να παίζουν κάποιο ρόλο στην εμφάνιση καρκίνου στόματος ή και του γαστρεντερικού. Η υψηλή πρόσληψη λίπους φαίνεται να σχετίζεται με τον καρκίνο του κολοορθικού, ενώ η ζάχαρη και αλάτι ίσως να συνδέονται με τον καρκίνο του στομάχου. Σημαντικό ρόλο πέρα από τη διατροφή έχει βρεθεί ότι παίζουν τόσο η φυσική δραστηριότητα, με ισχυρά ευρήματα ότι προστατεύει από την εμφάνιση καρκίνου του παχέος εντέρου, αλλά και το ποσοστό σωματικού λίπους αποτελώντας επιβαρυντικό παράγοντα για την εμφάνιση καρκίνου μαστού σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Μελέτες της επίδρασης των μικροθρεπτικών συστατικών, βιταμινών και ιχνοστοιχείων οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι τα συμπληρώματα διατροφής θα πρέπει να αποφεύγονται και η κάλυψη των αναγκών πρέπει να γίνεται μέσα από μία ισορροπημένη διατροφή.
Λέξεις κλειδιά: Καρκίνος, διατροφή, τρόφιμα, επεξεργασία, σωματικό λίπος, φυσική δραστηριότητα, συστάσεις πρόληψης
Ευμορφία Κούκια , Νικόλαος Γκόνης
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η καταγραφή των κυριότερων κλινικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στην καθημερινή τους πρακτική το νοσηλευτικό προσωπικό δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν συνολικά 82 νοσηλευτές και βοηθοί νοσηλευτών. Η συλλογή των δεδομένων βασίσθηκε στη χρήση ημι-δομημένης συνέντευξης και στην καταγραφή των σχολίων του νοσηλευτικού προσωπικού που εργάζεται σε ψυχιατρικά τμήματα βραχείας νοσηλείας. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η ανάλυση περιεχομένου και τα δεδομένα κατηγοριοποιήθηκαν σε κύρια θέματα και κατηγορίες. Αποτελέσματα: Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι: Ο περιορισμοί του νοσηλευτικού ρόλου περιλαμβάνουν την έλλειψη αυτονομίας, την υπευθυνότητα, τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής και τον καθορισμό των νοσηλευτικών παρεμβάσεων. Οι εκπαιδευτικές και οι κλινικές ανάγκες των νοσηλευτών εστιάζονται σε παρεμβάσεις σε καταστάσεις κρίσης, στη συνεργασία των μελών της θεραπευτικής ομάδας, στην έλλειψη προσωπικού και κατά συνέπεια νοσηλευτικού χρόνου με τον άρρωστο, στην ασφάλεια στο χώρο εργασίας και στην ψυχολογική στήριξη του προσωπικού. Συμπεράσματα: Προκύπτει ότι οι νοσηλευτές ψυχικής υγείας καλούνται να αναλάβουν έναν απαιτητικό ρόλο στην καθημερινή κλινική πρακτική με ανεπαρκή εκπαίδευση και προετοιμασία.
Λέξεις κλειδιά: Νοσηλευτική ψυχικής υγείας, ανάγκες εκπαίδευσης, περιορισμοί ρόλου, τμήματα βραχείας νοσηλείας
Αρετή Σταυροπούλου , Ευαγγελία Παπαδάκη , Αγγελική Φτυλάκη , Ευρυδίκη Καμπά
Η ανάλυση και διερεύνηση του συνδρόμου επαγγελματικής εξουθένωσης (burn-out syndrome) έχει απασχολήσει σε μεγάλο βαθμό τους ερευνητές στον τομέα της υγείας διεθνώς. Σε ότι αφορά τη νοσηλευτική επιστήμη και την Ελληνική πραγματικότητα τείνει να λάβει διαστάσεις επιδημίας. Αποτελεί κίνδυνο για την ψυχική και σωματική υγεία του νοσηλευτικού προσωπικού και επηρεάζει την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών υγείας. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση, κατανόηση και πρώιμη αναγνώριση των συμπτωμάτων επαγγελματικής εξουθένωσης από νοσηλευτές που εργάζονται σε ιδιωτικά και δημόσια νοσοκομεία της Κρήτης. Υλικό και μέθοδος: Για τη διεξαγωγή της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν ημιδομημένες συνεντεύξεις σε δείγμα οκτώ (8) νοσηλευτών από δυο νοσοκομεία (ιδιωτικός και δημόσιος τομέας) της Κρήτης. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε εφαρμόζοντας τις αρχές της ανάλυσης περιεχομένου. Αποτελέσματα: Από την ανάλυση των δεδομένων δεν εντοπίστηκαν διαφορές μεταξύ των νοσηλευτών του ιδιωτικού και του δημόσιου νοσοκομείου όσον αφορά την πρώιμη αναγνώριση συμπτωμάτων και την κατανόηση του συνδρόμου «επαγγελματική εξουθένωση». Οι νοσηλευτές στην πλειοψηφία τους γνώριζαν τον ορισμό του συνδρόμου και οι περισσότεροι εξ’ αυτών παρουσίαζαν συμπτωματολογία που περιλάμβανε σεξουαλικές διαταραχές, αϋπνίες, γαστρεντερικές διαταραχές και πονοκεφάλους. Ο μεγάλος φόρτος εργασίας, οι χαμηλοί μισθοί και το εργασιακό περιβάλλον ενοχοποιήθηκαν από τους περισσότερους νοσηλευτές ως παράγοντες που συνέτειναν στην εμφάνιση του συνδρόμου. Συμπεράσματα: Οι νοσηλευτές στην πλειοψηφία τους μπορούν να αναγνωρίζουν τα πρώιμα συμπτώματα του συνδρόμου «επαγγελματική εξουθένωση» και πολλοί από αυτούς βιώνουν το σύνδρομο. Υποστήριξη του νοσηλευτικού προσωπικού από την διοίκηση και μέριμνα για την μείωση του φόρτου εργασίας, την δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την διασφάλιση ικανοποιητικού εργασιακού περιβάλλοντος αποτελούν απαραίτητους παράγοντες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του συνδρόμου
Λέξεις κλειδιά: Επαγγελματική εξουθένωση, σύνδρομο, burn-out, νοσηλευτές, ποιοτική έρευνα
Βασίλειος Τζιάλλας , Χριστίνα Ρούτση , Χριστίνα Μαρβάκη , Μαρία Πολυκανδριώτη , Δημήτριος Τζιάλλας , Άγγελος Τσαλκάνης
Τα αίτια εισαγωγής νεαρών ενήλικων ατόμων σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) αποτελούν σύνθετο φαινόμενο με ποικίλες προεκτάσεις. Σκοπός της παρούσης εργασίας ήταν να διερευνηθούν τα αίτια εισαγωγής νεαρού ενήλικου πληθυσμού ηλικίας 18-30 ετών σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας με βάση τα δημογραφικά τους χαρακτηριστικά. Υλικό και μέθοδος: Τον πληθυσμό της μελέτης αποτέλεσαν άτομα ηλικίας 18-30 ετών που νοσηλεύονταν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας κατά το χρονικό διάστημα 2005-2007. Για τη συλλογή των στοιχείων χρησιμοποιήθηκε ειδικά διαμορφωμένο κλινικό πρωτόκολλο για τις ανάγκες της έρευνας, το οποίο εκτός από τα δημογραφικά στοιχεία περιελάμβανε και μεταβλητές που αφορούσαν τα αίτια εισαγωγής σε ΜΕΘ, τη διάρκεια νοσηλείας, όπως επίσης και την έκβασή της. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS 13 και η μέθοδος x2. Αποτελέσματα: Το 74,9% του πληθυσμού της μελέτης ήταν άνδρες και το 25,1% γυναίκες. Ως προς την υπηκοότητα, το 78,4% ήταν Έλληνες, ενώ το 21,6% αλλοδαποί. Ως πρώτη αιτία εισαγωγής στις ΜΕΘ καταγράφηκαν τα τροχαία ατυχήματα με ποσοστό 59,4%, ακολούθησαν τα παθολογικά προβλήματα με ποσοστό 14,1%, η μετεγχειρητική παρακολούθηση με ποσοστό 9,8%, τα εργατικά ατυχήματα με ποσοστό 5%, οι εγκληματικές ενέργειες με ποσοστό 4,2%, η απόπειρα αυτοκτονίας με ποσοστό 4% και τα ναρκωτικά με ποσοστό 3,5%. Από τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων φάνηκαν τα εξής: Ως προς τη συνάφεια της αιτίας εισόδου με την οικογενειακή κατάσταση και το επάγγελμα βρέθηκε, ότι οι φοιτητές, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες που ήταν άγαμοι είχαν αυξημένη πιθανότητα εμπλοκής σε τροχαίο ατύχημα, p<0,001. Οι αλλοδαποί εισάγονταν περισσότερο συχνά λόγω εργατικών ατυχημάτων και λόγω εγκληματικών ενεργειών με στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με τους Έλληνες, p<0,001, αντίστοιχα. Αντιθέτως, οι Έλληνες εισάγονταν περισσότερο συχνά λόγω αυτοκτονιών και λόγω παθολογικών αιτιών με στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με τους αλλοδαπούς, p<0,001, αντίστοιχα. Συμπεράσματα: Κοινωνικοί και δημογραφικοί παράγοντες επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την εισαγωγή των νέων στις ΜΕΘ.
Λέξεις κλειδιά: Εισαγωγή σε ΜΕΘ, παράγοντες κινδύνου, δημογραφικά στοιχεία, θνησιμότητα