Κωνσταντίνος Ευγενικός , Μάρθα Κελέση-Σταυροπούλου
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Εισαγωγή: Η κλιματική αλλαγή προκαλεί ήδη και αναμένεται στο μέλλον να προκαλέσει ακόμη πιο έντονα, σημαντικά προβλήματα υγείας στον πληθυσμό. Οι Νοσηλευτές καλούνται να αναγνωρίσουν την συμβολή τους ως επαγγελματίες υγείας και να εκπαιδευτούν κατάλληλα ώστε να μπορέσουν να τις αντιμετωπίσουν επαρκώς, ως μέλη της διεπιστημονικής ομάδας. Σκοπός: Η διερεύνηση των γνώσεων και των απόψεων των Νοσηλευτών για την κλιματική αλλαγή και την περιβαλλοντική υγεία, καθώς και την σημαντικότητα της εκπαίδευσης σε θέματα κλιματικής αλλαγή που επηρεάζουν την υγεία του πληθυσμού Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική αναζήτηση αγγλόφωνων και ελληνόφωνων πρωτογενών ποσοτικών και ποιοτικών ερευνών της τελευταίας δεκαετίας, με την χρήση λέξεων-κλειδιών στις βάσεις δεδομένων: Google Scholar, PubMed και SCOPUS. Αποτελέσματα: Προέκυψε ότι οι Νοσηλευτές στην πλειονότητα τους γνωρίζουν για την ύπαρξη των αρνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και των αιτιών που την προκαλούν, όμως υπάρχει ελλιπής γνώση και αδυναμία αντιμετώπισης των συνεπειών της με τις ανάλογες δεξιότητες που άπτονται της αντιμετώπισης της, ενώ δεν γνωρίζουν επαρκώς θέματα που αφορούν την περιβαλλοντική υγεία. Η πλειοψηφία των Νοσηλευτών θεωρεί ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στην κλιματική αλλαγή και την ανθρώπινη υγεία, παρόλα αυτά δεν γνωρίζουν με ποιο τόπο θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της. Συμπεράσματα: Οι γνώσεις των νοσηλευτών σχετικά με την κλιματική αλλαγή και την περιβαλλοντική υγεία θεωρούνται ως επι το πλείστων ανεπαρκείς, ενώ παράλληλα οι νοσηλευτές δεν φαίνεται να έχουν κατανοήσει επαρκώς τον πολυσχιδή ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν στην διαχείριση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη υγεία. Η σύγχρονη και καίρια νοσηλευτική εκπαίδευση με περιβαλλοντικό χαρακτήρα πρέπει να ενισχυθεί.
Λέξεις κλειδιά: Νοσηλευτική, περιβαλλοντική υγεία, Κλιματική αλλαγή, Νοσηλευτική Εκπαίδευση, απόψεις και γνώσεις νοσηλευτών, Δημόσια υγεία
Εισαγωγή: Το διαδίκτυο αποτελεί ένα αποτελεσματικό εργαλείο για τη διεξαγωγή ψυχοθεραπευτικών συνεδριών προκειμένου να ξεπεραστεί το εμπόδιο της επιβεβλημένης φυσικής και κοινωνικής απόστασης όπως συμβαίνει την περίοδο της πανδημίας Covid-19. Σκοπός: Το παρόν άρθρο επιχειρεί να παρουσιάσει τον τρόπο που τροποποιείται το ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο στη διαδικτυακή πολυ-οικογενειακή ομαδική ψυχοθεραπεία, τις νέες δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα καθώς και τις προκλήσεις και τα μειονεκτήματα που προκύπτουν μεταξύ της διαδικτυακής και της δια ζώσης ψυχοθεραπείας. Υλικό και Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση στην αγγλική γλώσσα στις διεθνείς βάσεις δεδομένων Pubmed, Scopus και Google Scholar, χρησιμοποιώντας τις λέξεις κλειδιά. Αποτελέσματα: Η συνθήκη της εξ’ αποστάσεως συμμετοχής σε ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες συμβάλλει καταλυτικά στην δημιουργία νέων δυνατοτήτων και προοπτικών στην παροχή ψυχοθεραπευτικής φροντίδας. Ταυτόχρονα οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας καλούνται να διαχειριστούν και τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που προκύπτουν κατά την διεξαγωγή των διαδικτυακών ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων. Η διαδικτυακή ψυχοθεραπεία πολυ- οικογενειακού συστημικού τύπου σε ασθενείς με ιστορικό Πρώτου Ψυχωτικού Επεισοδίου και στις οικογένειές τους μπορεί να αποτελέσει μια μορφή ψυχιατρικής παρέμβασης στην κοινότητα. Τα προγράμματα Έγκαιρης Παρέμβασης στην Ψύχωση δεν έχουν αξιοποιήσει επαρκώς το εργαλείο της διαδικτυακής ψυχοθεραπείας, που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως συμπληρωματική επιλογή στις δια ζώσης ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις. Συμπεράσματα: Η εξοικείωση των επαγγελματιών ψυχικής υγείας με την τεχνολογία και την διαδικτυακή ψυχοθεραπεία θα μπορούσε να συμβάλλει καταλυτικά προς αυτή την κατεύθυνση.
Λέξεις κλειδιά: Διαδικτυακή ψυχοθεραπεία, πρώτο ψυχωτικό επεισόδιο, πολυ-οικογενειακή ομαδική θεραπεία
Μαριάνα Δρακοπούλου , Παναγιώτα Μπεγνή , Παρασκευή Αποστολάρα
Ο επιπολασμός του ΣΔ τύπου 1 (ΣΔτ1) αυξάνεται ετησίως ευρωπαϊκά αλλά και στην Ελλάδα, με χιλιάδες νέες περιπτώσεις κάθε χρόνο. Η ορθή διαχείριση του μαθητή με διαβήτη στο σχολείο αποτελεί πρόκληση για τους σχολικούς νοσηλευτές. Η παρούσα μελέτη έχει ως σκοπό να διερευνήσει τις απόψεις γονέων παιδιών με ΣΔτ1, σχετικά με τη φροντίδα και την ασφάλεια στο σχολικό περιβάλλον. Ένα ασφαλές σχολικό περιβάλλον επιδρά στη βελτίωση της εκπαιδευτικής εμπειρίας, την ενίσχυση της ευημερίας και της υγείας των μαθητών. Η ασφάλεια και η ικανοποίηση των γονέων μαθητών με ΣΔτ1 στο σχολικό περιβάλλον σχετικά με τη φροντίδα που λαμβάνουν τα παιδιά τους, μελετάται τα τελευταία χρόνια διεθνώς και αποδεικνύει την ανησυχία των γονέων για το διαβητολογικό προφίλ των παιδιών στο σχολείο. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας αναδύθηκε ότι η καθημερινή παρουσία του σχολικού νοσηλευτή στο σχολείο βοηθάει στη σημαντική μείωση των απουσιών των μαθητών με διαβήτη, αυξάνει σημαντικά τη σχολική επίδοση των μαθητών και παράλληλα γίνεται σημαντικά ορθότερη ρύθμιση του ΣΔτ1. Επιπρόσθετα, όπου δεν υπάρχει σχολικός νοσηλευτής για τη φροντίδα του μαθητή με ΣΔτ1 η ασφάλεια που νιώθουν οι γονείς καταγράφεται εξαιρετικά χαμηλή. Ενισχύεται η ανάγκη της νοσηλευτικής φροντίδας του μαθητή με ΣΔτ1 στο σχολικό περιβάλλον, ώστε αφενός μεν το σχολείο να αποτελεί ασφαλές περιβάλλον και αφετέρου να προσφέρει ισότιμα το ίδιο επίπεδο πρόσβασης στις εκπαιδευτικές ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά.
Λέξεις κλειδιά: Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, ασφάλεια, φροντίδα, σχολική νοσηλευτική, απόψεις γονέων.
Δημήτριος Πάλλης , Σάρα-Ελένη Αμπραχιμ , Κωνσταντίνος Τσιβελέκας , Παρασκευή Κουφοπούλου , Αγγελική Μπανούση , Κωνσταντίνος Ζαγοριανός , Σταμάτιος Παπαδάκης
Εισαγωγή: Η αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου (ΑΔΙ) είναι σύγχρονος ορισμός και περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα διαταραχών του ισχίου, από την ήπια δυσπλασία έως το συγγενές εξάρθρημα. Πρόκειται για μια πάθηση με ανωμαλίες ανάπτυξης, που οδηγεί στη δυσπλασία, στο υπεξάρθρημα και στο εξάρθρημα του ισχίου, ως αποτέλεσμα χαλάρωσης και μηχανικής αστάθειας. Σκοπός: Η διερεύνηση της μετεγχειρητικής πορείας των ασθενών με αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου. Υλικό και μέθοδος: Αναδρομική μελέτη διάρκειας 5 ετών από το Μάρτιο 2015 ως το Μάρτιο 2020. Έγινε καταγραφή των επιδημιολογικών δεδομένων, και της μετεγχειρητικής πορείας των ασθενών με αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου. Ο Μ.Ο. του follow up ήταν οι 9 μήνες και ασθενείς με διάρκεια κάτω από 6 μήνες αποκλείστηκαν από τη μελέτη. Έγινε καταγραφή των επιπλοκών και συμπληρώθηκε το Harris Hip Score στους 3 και 6 μήνες μετά τη χειρουργική αντιμετώπιση. Αποτελέσματα: Τα κριτήρια ένταξης στη μελέτη πληρούσαν 22 ασθενείς, 14 γυναίκες και 8 άντρες με Μ.Ο. ηλικίας τα 54,2 έτη. Οι περισσότεροι ασθενείς πετυχαίνουν ικανοποιητικό Harris Hip Score από το πρώτο 3μηνο, ενώ είναι πλήρως λειτουργικοί στους 6 μήνες. Συμπεράσματα: Η ΑΔΙ αποτελεί την πιο κοινή διαταραχή στα παιδιά και είναι συχνότερη στα κορίτσια. Το αριστερό ισχίο πάσχει συχνότερα ενώ είναι αμφοτερόπλευρο σε 20% των περιπτώσεων. Η ΑΔΙ είναι από τις συχνότερες αιτίες οστεοαρθρίτιδας ισχίου σε νέους ασθενείς (21-29%). Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι πρόσκληση και είναι σημαντικό να τοποθετηθεί στη σωστή ανατομική θέση η πρόθεση της κοτύλης ώστε να αποκατασταθεί το κέντρο περιστροφής του ισχίου και η εμβιομηχανική της άρθρωσης
Λέξεις κλειδιά: Αναπτυξιακή δυσπλασία ισχίου, δυσπλασία, οστεοαρθρίτιδα ισχίου, συγγενές εξάρθρημα ισχίου, ολική αρθροπλαστική ισχίου
Παναγιώτα Καμίτσα , Σταυρούλα Μπάκα
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχουν αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις, έχοντας αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης μικροβιαιμιών. Οι διαβητικοί ασθενείς είναι πιο επιρρεπείς σε σήψη και εμφανίζουν περισσότερες επιπλοκές από τους μη διαβητικούς.
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση του ρόλου της κλίμακας Quick Sequential Organ Failure Assessment Score(qSOFA) ως μέθοδος ανίχνευσης πρόδρομων προειδοποιητικών σημείων πτωχής πρόγνωσης ασθενών με μικροβιαιμία με/χωρίς Σακχαρώδη Διαβήτη.
Υλικό-Μέθοδος: Πρόκειται για μία προοπτική μελέτη παρατήρησης. Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν ενήλικες ασθενείς που νοσηλεύονταν σε παθολογικές κλινικές και είχαν μικροβιαιμία. Το qSOFA σκορ υπολογίστηκε καθημερινά με βάση τις παραμέτρους και καταγράφηκε μόνο η μέγιστη τιμή του κάθε ημέρα.
Αποτελέσματα: Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 243 ασθενείς ηλικίας 72,1±15,5 έτη. Το 25,1% των ασθενών είχε σακχαρώδη διαβήτη και το 59% εμφάνισαν επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη. Η ημέρα θετικοποίησης των ασθενών ήταν η 5,2±9,4 ημέρα. Η πλειοψηφία των ασθενών (67,1%) είχε λοίμωξη από την κοινότητα. Το 72% των μικροοργανισμών που απομονώθηκαν ήταν Gram αρνητικοί και το 28% Gram θετικοί. Η διάρκεια νοσηλείας των ασθενών ήταν 18,1±14,5 ημέρες, ενώ η διάρκεια νοσηλείας των ασθενών με ΣΔ ήταν 18,5±15,6 ημέρες. Οι ασθενείς που είχαν νοσοκομειακή λοίμωξη έναντι εκείνων με λοίμωξη από την κοινότητα είχαν σημαντικά μεγαλύτερη ημέρα θετικοποίησης(13±13,1 έναντι 1,3±1,6,p<0,05), σε σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό ανθεκτικό στέλεχος (48,8% έναντι 28,8%,p<0,05) και είχαν σημαντική μεγαλύτερη διάρκεια νοσηλείας (27,9±18,3 έναντι 13,3±8,9,p<0,05), βαθμολογία QS6 (0,6±0,7 έναντι 0,4±0,6,p<0,05), QS7 (0,6±0,7 έναντι 0,3±0,6,p<0,05), QS8 (0,6±0,7 έναντι 0,3±0,6,p<0,05) και QS29 (0,8±0,8 έναντι 0,p<0,05).Οι ασθενείς που είχαν qSOFA ≤ 1 έναντι εκείνων που είχαν qSOFA ≥2 ήταν σημαντικά μικρότερης ηλικίας (70,8±16,2 έναντι 76,8±11,5,p<0,05), απεβίωσαν σε σημαντικά μικρότερο ποσοστό (16,9% έναντι 72,2%,p<0,05) και είχαν σημαντικά μεγαλύτερη διάρκεια νοσηλείας (18,8±15,1 έναντι 15,7±12,1,p<0,05). Ο σακχαρώδης διαβήτης σχετίστηκε αρνητικά με τη βαθμολογία qSOFA25(r=-0,424), qSOFA29(r=-0,575), qSOFA30(r=-0,575), qSOFA31(r=-0,564) και qSOFA33(r=-0,674).
Συμπεράσματα: Οι μικροβιαιμίες παραμένουν μια σημαντική επιπλοκή στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη και η ευαισθητοποίηση των επαγγελματιών υγείας έχει τη δυνατότητα να μειώσει τη νοσηρότητα μέσω έγκαιρης αναγνώρισης, διαχείρισης και πρόληψης των λοιμώξεων.
Λέξεις κλειδιά: Σακχαρώδη διαβήτης, μικροβιαιμία, ανθεκτικότητα, qSOFAscore, έκβαση
Αθανασία Γράψα , Γεώργιος Κουλιεράκης
Στη νοσηλευτική, η Συναισθηματική Νοημοσύνη αποτελεί βαρόμετρο για την αποδοτική επαγγελματική ανταπόκριση των εργαζομένων και την αποτελεσματική παροχή υπηρεσιών. Τα τελευταία χρόνια, στον τομέα της υγείας στη χώρα μας, καταγράφονται επεισόδια εργασιακής κόπωσης, εξαιτίας των δύσκολων κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών. Η υγειονομική κρίση της πανδημίας COVID-19 και η ραγδαία αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες υγείας ώθησε το ήδη επιβαρυμένο Ελληνικό Σύστημα Υγείας στα όριά του και εξουθένωσε το υγειονομικό προσωπικό, προκαλώντας επιπλέον σωματική κόπωση και ψυχολογική εξάντληση. Σκοπός: Σκοπός της εργασίας είναι να αναδείξει την αναγκαιότητα της Συναισθηματικής Νοημοσύνης στο νοσηλευτικό επάγγελμα, κυρίως κατά την διάρκεια της υγειονομικής κρίσης του COVID-19. Μεθοδολογία: Πραγματοποιήθηκε συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση, σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων (Scopus, PubMed, Google Scholar, Elsevier, Iatrotek), υπό την μέθοδο Prisma. Χρησιμοποιήθηκαν συγκεκριμένες λέξεις κλειδιά, σε συνδυασμό, όπως «συναισθηματική νοημοσύνη», «πανδημία COVID-19», «εργασιακή ικανοποίηση», «εργασιακή απόδοση», «ποιότητα», «emotional intelligence», «pandemic», «COVID-19», «job satisfaction», «job performance» και εφαρμόστηκαν προκαθορισμένα κριτήρια εισαγωγής και αποκλεισμού των μελετών. Στη συνέχεια, έγινε ανάλυση και αξιολόγηση των μελετών που συλλέχθηκαν. Αποτελέσματα: Συνολικά 23 μελέτες ικανοποίησαν τα κριτήρια εισόδου. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν τη συμβολή της Συναισθηματικής Νοημοσύνης ως προστατευτικό παράγοντα στην επαγγελματική εξουθένωση και τη θετική συνεισφορά της στην ικανοποίηση και στην απόδοση του νοσηλευτικού προσωπικού. Ακόμη, αναδείχθηκε ο ρόλος της στην παρακίνηση, κατανόηση και σωστή τοποθέτηση των εργαζομένων, από τους διευθυντές – προϊστάμενους της νοσηλευτικής υπηρεσίας. Συμπεράσματα: Ο συναισθηματικά νοήμων ηγέτης, όντας δημοκράτης και οραματιστής, αποτελεί πρότυπο και καθοδηγεί τους εργαζομένους να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις δυνατότητές τους και να προσφέρουν ποιότητα και ασφάλεια στους ασθενείς. Η συνεχής επαγγελματική αβεβαιότητα και οι διαχρονικές ψυχοπιεστικές εργασιακές καταστάσεις που χαρακτηρίζουν το νοσηλευτικό επάγγελμα, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για εκπαίδευση και συναισθηματική ενίσχυση των νοσηλευτών ανεξαρτήτως θέσεως και βαθμίδας.
Λέξεις κλειδιά: Συναισθηματική νοημοσύνη, πανδημία COVID-19, εργασιακή ικανοποίηση, εργασιακή απόδοση, ποιότητα υπηρεσιών υγείας, νοσηλευτικό επάγγελμα
Αρετή Σταυροπούλου , Eλένη Τσαπνίδου , Αικατερίνη Παπαχρήστου
Η ποιότητα και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων αποτελεί προτεραιότητα σε Eυρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, καθώς η αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης συνδέεται με την άριστη επαγγελματική πρακτική και την βιωσιμότητα των εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Η παρούσα ερευνητική μελέτη έχει ως βασικό στόχο τη διερεύνηση των απόψεων των φοιτητών της Νοσηλευτικής σχετικά με την ποιότητα της νοσηλευτικής εκπαίδευσης. Ο ερευνητικός σχεδιασμός βασίζεται στις αρχές της ποιοτικής μεθοδολογίας στην έρευνα καθώς αυτή η προσέγγιση είναι η καταλληλότερη για τη μελέτη των ανθρώπινων απόψεων και εμπειριών και συναισθημάτων. Τα αποτελέσματα της προτεινόμενης έρευνας αναμένεται να συνεισφέρουν ουσιαστικά στη βελτίωση της ποιότητας της νοσηλευτικής εκπαίδευσης με τη δημιουργία ρεαλιστικών προτάσεων προσαρμοσμένων στις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και τρέχουσες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Η αξιολόγηση των εμπειριών των φοιτητών αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη μελέτη της ποιότητας της εκπαίδευσης και τη διαμόρφωση προτάσεων που θα συνεισφέρουν στην ανάπτυξη και τον μετασχηματισμό της νοσηλευτικής εκπαίδευσης. Η αποτελεσματική αξιοποίηση αυτών των δεδομένων, μπορεί να συντελέσει στην ανάπτυξη και εφαρμογή σημαντικών ποιοτικών παρεμβάσεων στην εκπαίδευση οι οποίες μπορεί να αποδειχθούν καθοριστικές για την ανάπτυξη της γνώσης και την ενίσχυση των ικανοτήτων και των συμπεριφορών των φοιτητών, καθώς αυτοί προετοιμάζονται να ενταχθούν στον πραγματικό κόσμο της νοσηλευτικής. Μέσω της ειλικρινούς ανατροφοδότησης θα δοθεί η δυνατότητα στους ακαδημαϊκούς δασκάλους να επαναπροσδιορίσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της ποιότητας στη νοσηλευτική εκπαίδευση.
Λέξεις κλειδιά: Νοσηλευτική εκπαίδευση, φοιτητές νοσηλευτικής, αξιολόγηση αναγκών, αξιολόγηση εκπαίδευσης, ποιότητα εκπαίδευσης, ποιοτική μελέτη.
Ευαγγελία Κακαγιάννη , Μάρθα Κελέση-Σταυροπούλου , Ευρυδίκη Καμπά , Δημήτριος Παπαγεωργίου
Εισαγωγή: Το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι ο πιο κοινός τύπος εγκεφαλικών ασθενειών και αποτελεί την πρώτη αιτία λειτουργικών διαταραχών για τις δραστηριότητες καθημερινής διαβίωσης. Έχει άμεση επίπτωση στα συστήματα υγείας, με αποτέλεσμα το υψηλό κόστος και θεωρείται παγκόσμιο πρόβλημα δημόσιας υγείας λόγω των σοβαρών αναπηριών, τους λειτουργικούς περιορισμούς και την μειωμένη ποιότητα ζωής που επιφέρει στους ασθενείς. Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της ποιότητας ζωής των ασθενών που έχουν υποστεί αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και οι οποίοι ακολούθησαν ή όχι αποκατάσταση. Υλικό - Μέθοδος: Για τους σκοπούς της έρευνας, διεξάγεται προοπτική μελέτη με χρήση ερωτηματολογίων μέσω συνεντεύξεων, σε ασθενείς με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Για την αξιολόγηση και παρακολούθηση χρησιμοποιούνται τα εξής ερευνητικά εργαλεία: Short-Form 36 (SF-36), EuroQol-5D, Stroke Specific Quality of Life (SS-QOL) και η Κλίμακα Barthel. Το δείγμα της μελέτης αποτελούν άτομα που διαγνώστηκαν με εγκεφαλικό επεισόδιο και επισκέφθηκαν Γενικό Νοσοκομείο της Αθήνας. Μελετώνται δύο ομάδες ασθενών, αυτοί που έλαβαν υπηρεσίες αποκατάστασης και αυτοί που δεν έλαβαν αντιστοίχως. Αποτελέσματα: Εκτιμάται ότι, τα αποτελέσματα της έρευνας θα βοηθήσουν τόσο τους επαγγελματίες υγείας που ασχολούνται με το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο όσο και τους φροντιστές των ασθενών προκειμένου να κατανοήσουν καλύτερα τη σωματική και ψυχική υγεία των ασθενών και να βελτιώσουν είτε την αποκατάσταση, είτε τη φροντίδα σε αυτούς. Συμπεράσματα: Η μελέτη στα πλαίσια διδακτορικής διατριβής είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την οργάνωση των υπηρεσιών αποκατάστασης σε όλες τις υγειονομικές δομές της Ελλάδος, οι οποίες θα βοηθήσουν στην πρόληψη, στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία των δυσλειτουργιών όλων των ασθενών που πάσχουν από τη νόσο αυτή, όπως επίσης στη βραχύτερη νοσηλεία και στη μείωση του κόστους των μονάδων υγείας της χώρας.
Λέξεις κλειδιά: Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, Αποκατάσταση, φυσικοθεραπεία, Εργοθεραπεία