Ασημίνα Γάτου , Ιωάννης Αποστολάκης , Παύλος Σαράφης
Η πανδημία του COVID-19 έχει προκαλέσει έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον ως προς τις κοινωνικές ανισότητες στην υγεία. Η ύπαρξή τους πέρα από τις αρνητικές συνέπειες που δημιουργεί στη λειτουργία του κοινωνικού κράτους προκαλεί διαφοροποιήσεις στην παρεχόμενη φροντίδα υγείας. Δημιουργούνται λοιπόν επιπτώσεις στους τομείς κοινωνικής προστασίας, αν και γίνεται προσπάθεια εφαρμογής ανακουφιστικών μέτρων από το κράτος.
Σκοπός: Η παρούσα βιβλιογραφική ανασκόπηση πραγματεύεται την ύπαρξη και επιδείνωση των υγειονομικών ανισοτήτων σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις στον τομέα της κοινωνικής προστασίας αλλά και τα νεοσύστατα μέτρα ανάκαμψης εν μέσω της πανδημίας του COVID-19.
Υλικό-Μέθοδος: Για την ανάλυση των επιμέρους θεμάτων πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση από ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων της Pubmed, Elsevier, Lancet, καθώς και βιβλίων, ιστοσελίδων και ηλεκτρονικών περιοδικών μέσω της ελεύθερης πρόσβασης που παρέχει το εσωτερικό δίκτυο του πανεπιστημίου. Οι λέξεις-κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν στην αναζήτηση πηγών σε ελληνική και ξενόγλωσση βιβλιογραφία ήταν: υγειονομικές ανισότητες (health inequalities), παράγοντες επηρεασμού ανισοτήτων (factors affecting inequalities), επιδείνωση υγειονομικών ανισοτήτων (deterioration of health inequalities), επιπτώσεις στην κοινωνική προστασία (effects on social protection), μέτρα κοινωνικής προστασίας (social protection measures).
Αποτελέσματα: Οι υγειονομικές ανισότητες περιέχουν ένα διττό χαρακτήρα που επηρεάζει τόσο το επίπεδο υγείας, αλλά και τη φροντίδα υγείας. Παρουσιάζεται πληθώρα παραγόντων από βιολογικούς, κοινωνικούς μέχρι και παράγοντες του συστήματος υγείας που φαίνεται να τις επηρεάζουν. Επιπλέον, παρατηρείται επιδείνωση των υπαρχουσών υγειονομικών ανισοτήτων καθώς και αρνητικές επιπτώσεις σε διάφορους τομείς της κοινωνικής προστασίας. Ωστόσο, τέθηκαν σε ισχύ αρκετά υποστηρικτικά μέτρα σε τομείς της προστασίας της ανεργίας, της ασθένειας, προστασίας του εισοδήματος, της στέγασης και της υγείας-πρόνοιας.
Συμπεράσματα: Παρατηρήθηκε επιδείνωση των υγειονομικών ανισοτήτων και δυσλειτουργία της κοινωνικής προστασίας. Παρ’όλα αυτά η συμπλήρωση του νομοθετικού πλαισίου υποστήριξης σε τομείς της κοινωνικής προστασίας κρίθηκε αναγκαία.
Λέξεις κλειδιά: υγειονομικές ανισότητες, παράγοντες επηρεασμού ανισοτήτων, επιδείνωση υγειονομικών ανισοτήτων, επιπτώσεις στην κοινωνική προστασία, μέτρα κοινωνικής προστασίας
Ηλιάνα Τσαμπούλα , Μάρθα Κελέση-Σταυροπούλου , Ευρυδίκη Καμπά , Ιωάννα Παπαθανασίου , Παναγιώτης Κρίθυμος
Εισαγωγή: Οι εναλλακτικές πρωτεΐνες έχει αποδειχθεί ότι έχουν μεγάλη διατροφική αξία καθώς αποτελούνται από απαραίτητα για την ανθρώπινη διατροφή μακροθρεπτικά συστατικά που συμβάλλουν στην οικοδόμηση μυϊκών ομάδων, στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος καθώς και σε πολλές βασικές λειτουργίες για τη ζωή. Για την υιοθέτηση μιας οποιασδήποτε ωφέλιμης συνήθειας απαιτείται αλλαγή τρόπου σκέψης και κατ’επέκταση τροποποίηση συμπεριφοράς. Όταν το άτομο εκπαιδευθεί στο να αναγνωρίζει και να διαχειρίζεται μία παθογόνα κατάσταση που αποτελεί τροχοπέδη για την υγεία του τότε μπορεί να δει μια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται.
Σκοπός: Η διερεύνηση της τροποποίησης της διατροφικής συμπεριφοράς με την εισαγωγή εναλλακτικών πρωτεϊνών στη διατροφή των επαγγελματιών υγείας.
Μεθοδολογία: Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση ανασκοπικών άρθρων και ερευνητικών μελετών δημοσιευμένων στην αγγλική και στην ελληνική γλώσσα της τελευταίας δεκαετίας, στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων «PubMed»,«Cohrane Libray» και «Google Scholar» από την 1η Ιανουαρίου του 2022 έως την 1η Απριλίου του 2022.
Αποτελέσματα: Oι εναλλακτικές πρωτεΐνες έχουν πληθώρα θρεπτικών συστατικών και ενθαρρύνεται η παραγωγή και κατανάλωσή τους. Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι η καταναλωτική και διατροφική συμπεριφορά των ατόμων σχετικά με τις εναλλακτικές πρωτεΐνες καθορίζεται από βιολογικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικο-πολιτικούς παράγοντες.
Συμπεράσματα: Είναι σημαντικό να υπάρχει επαρκής ενημέρωση του πληθυσμού για την διατροφική αξία των εναλλακτικών πρωτεϊνών πράγμα το οποίο θα μπορούσαν να αναλάβουν οι επαγγελματίες υγείας μιας και είναι υπεύθυνοι για την ενημέρωση και την τήρηση των ιατρικών οδηγιών που δίνονται στους ασθενείς. Κάθε μορφή συμπεριφοράς που είναι παγιωμένη , μπορεί να τροποποιηθεί μέσα από μια νέα διαδικασία μάθησης που θα είναι εξατομικευμένη και θα έχει σαν στόχο την βέλτιστη δυνατή υγεία του ενδιαφερόμενου.
Λέξεις κλειδιά: εναλλακτικές πρωτεϊνες, διατροφική αξία, διατροφική συμπεριφορά, φυτικές πρωτεϊνες, εντομοφαγία
Γεωργία Κυριακέλη , Βασίλειος Κώτσης
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η ασφάλεια των ασθενών αποτελεί στρατηγική επιδίωξη για τους Οργανισμούς Υγείας που θέτουν ως αποστολή τους την παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών. Η δημοσίευση της έκθεσης του Institute of Medicine «To Err is Human: Building a Safer Health System», το 2000, ανέδειξε τα κλινικά «λάθη» που μπορεί να επισυμβούν κατά την παροχή της φροντίδας ως κρίσιμο παράγοντα μείωσης του επιπέδου της ασφάλειας και της ποιότητας των υγειονομικών υπηρεσιών. Έκτοτε, πολλοί διεθνείς Οργανισμοί Υγείας οδηγήθηκαν στην υιοθέτηση πολιτικών/δράσεων οικοδόμησης ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος και αντίστοιχων συνθηκών νοσηλείας. Καθοριστικής σημασίας είναι η διαμορφούμενη κουλτούρα ασφάλειας των ασθενών, όπως ορίζεται από τις κοινές αξίες, τις πεποιθήσεις, τις συμπεριφορές και το αίσθημα ασφάλειας των επαγγελματιών υγείας. Οργανισμοί με θετική κουλτούρα ασφάλειας διακρίνονται για τη συνεπακόλουθη υιοθέτηση ασφαλών/καλών κλινικών πρακτικών που διασφαλίζουν και προάγουν το επίπεδο της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η αξιολόγηση της κουλτούρας ασφάλειας αποτελεί ισχυρή σύσταση για τη Διοίκηση των Οργανισμών Υγείας και επιτυγχάνεται με τη χρήση ειδικών, πολυεπίπεδων εργαλείων/ερωτηματολογίων μέτρησης. Επιπρόσθετα και συμπληρωματικά, εξόχως σημαντικός είναι ο ρόλος του κλίματος ασφάλειας, που αντανακλά τις διαδικασίες, τις προτεραιότητες και τον τρόπο λειτουργίας του Οργανισμού, συνιστώντας βασικό κριτήριο για την εκτίμηση του επιπέδου ασφάλειάς του. Η κατανόηση και η αποτελεσματική διοικητική διαχείριση του μηχανισμού και των επιδραστικών παραγόντων που υπεισέρχονται στη διαμόρφωση της κουλτούρας και του κλίματος ασφάλειας μπορεί να οδηγήσουν στη δημιουργία ισχυρών, ποιοτικών και αποδοτικών συστήματος υγείας, με συνοδά οικονομικά οφέλη.
Λέξεις κλειδιά: Ασφάλεια ασθενών, κουλτούρα ασφάλειας, κλίμα ασφάλειας, οργανισμοί υγείας
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, εμπεριέχει μια δυναμική και αλληλεξαρτώμενη σχέση με τους χρήστες υγείας, καθώς αποτελεί την πρώτη τους επαφή με το σύστημα υγείας. Σύμφωνα με τους στόχους του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και των αρχών των διακηρύξεων της Alma-Ata (1978), η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αποτελεί την απαρχή στην επίτευξη της παγκόσμιας υγείας και της κοινωνικής ευημερίας. Ωστόσο, παρατηρείται σημαντική ανομοιομορφία στη δομή, το ρόλο καθώς και τη λειτουργία της διεθνώς, επιβεβαιώνοντας και προβάλλοντας την ύπαρξη διαφορετικών συστημάτων υγείας. Παρόλο που στην Ελλάδα, δεν έχει λάβει ακόμη τη θέση που πραγματικά της αξίζει, ωστόσο, τόσο οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009, όσο και η εμμένουσα λαίλαπα της πανδημίας COVID-19, επισφραγίζουν την κομβική σημασία και τον ρόλο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας προς την επίτευξη της ποιότητας και ισότητας στη Δημόσια Υγεία. Πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας καθώς και αναζήτηση άρθρων της τελευταίας δεκαετίας στο συγκεκριμένο θέμα στις διεθνείς βάσεις δεδομένων, PubMed, Google Scholar και Elsevier στην ελληνική και αγγλική γλώσσα. Από την βιβλιογραφική ανασκόπηση, υπογραμμίστηκε η αναγκαιότητα της μεταστροφής, του μετασχηματισμού και της επένδυσης στην ΠΦΥ, καθώς διαπιστώνεται από τους μελετητές στην πράξη πως αποτελεί, όχι μόνο την αποτελεσματικότερη, αλλά και την πιο οικονομικά βιώσιμη προσέγγιση στη χάραξη κοινωνικής πολιτικής σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Λέξεις κλειδιά: Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας , Εθνικό Σύστημα Υγείας στην Ελλάδα, μακροχρόνια φροντίδα, Κοινωνική πολιτική, Δημόσια Υγεία
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στο παρόν άρθρο επιχειρείται μία σύντομη εισαγωγή στο πεδίο των Ανθρωπιστικών Σπουδών στην Ιατρική και των Ανθρωπιστικών Σπουδών στις Επιστήμες της Υγείας. Έχοντας ως βασική αρχή την έννοια της «διεπιστημονικότητας», οι επιστήμονες τόνισαν την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός κλίματος διαλόγου ανάμεσα στις θετικές και τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Η παρουσίαση των στοιχείων λαμβάνει τη μορφή ιστορικής αναδρομής, με την έννοια ότι αναφέρονται τα ονόματα των εισηγητών και των περιοδικών εκδόσεων που στάθηκαν «σταθμοί» στη δόμηση και θεωρητική πλαισίωση του πεδίου των Ανθρωπιστικών Σπουδών στην Ιατρική. Το πλήθος, βέβαια, των συζητήσεων γύρω από τις Ανθρωπιστικές Σπουδές στην Ιατρική ωριμάζει ακόμα περισσότερο τις δυναμικές του πεδίου, οδηγώντας πολλούς μελετητές να μιλούν πλέον για τη μετεξέλιξή του στις Ανθρωπιστικές Σπουδές στις Επιστήμες της Υγείας. Το εν λόγω ερευνητικό πεδίο ενσωματώνει τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες στην ιατρική πραγματικότητα, προκειμένου οι επαγγελματίες στον χώρο της υγείας να αποκτήσουν έναν νέο τρόπο γνώσης και κλινικής πρακτικής στη δύσκολη «αρένα» παροχής της υγειονομικής περίθαλψης. Στο πλαίσιο αυτό, το ακαδημαϊκό πρόγραμμα σπουδών των ιατρικών σχολών σε αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια ακολουθεί ανάλογες διεπιστημονικές συμπράξεις με την εισαγωγή μαθημάτων από το περιβάλλον των Ανθρωπιστικών Σπουδών στην Ιατρική, αλλά και των Επιστημών της Υγείας. Στην Ελλάδα, οι ανθρωπιστικές κατευθύνσεις στο πρόγραμμα σπουδών των ιατρικών σχολών πλαισιώνεται μέσα από τα μαθήματα ιστορίας της ιατρικής, αρχών φιλοσοφίας και ιατρικής ηθικής, προάγωντας αντίστοιχα ένα κλίμα διαλόγου και διεπιστημονικής συνεργασίας.
Λέξεις κλειδιά: Ανθρωπιστικές Σπουδές στις Επιστήμες της Υγείας, Ανθρωπιστικές Σπουδές στην Ιατρική, Διεπιστημονικότητα, Ιατρική, Λογοτεχνία
Περικλής Ρόμπολας , Πανίκος Μασούρας , Σωτήρης Αυγουστή
Ο Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας (ΗΦΥ) αποτελεί, ως τεχνολογικό εργαλείο, την πιο αντιπροσωπευτική έκφραση υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Υγείας η οποία αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα στα συστήματα υγείας διεθνώς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια έχει επικεντρωθεί συστηματικά στην στοχευμένη εφαρμογή υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Υγείας στα κράτη μέλη της, με την ανάπτυξη του πλαισίου διασυνοριακών υπηρεσιών υγείας. Σε αυτό το πλαίσιο ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην τήρηση και στη διακίνηση μητρώων και στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Η Κύπρος εφαρμόζει από το 2019 καθολικά τον ΗΦΥ στο Γενικό Σύστημα Υγείας (ΓεΣΥ) της με κύριους χρήστες τους ιατρούς, αλλά και με τη δυνατότητα χρήσης από άλλους επαγγελματίες υγείας. Σε σχέση με τον ΗΦΥ στην Κύπρο δεν υπάρχουν διαθέσιμα πολλά ερευνητικά δεδομένα, όπως αποτυπώνονται σε ένα μικρό αριθμό συναφών μελετών. Ειδικά μετά το 2019, έτος ορόσημο σε σχέση με το θεσμό του ΗΦΥ στο ΓεΣΥ δεν έχουν αποτυπωθεί οι απόψεις και στάσεις των επαγγελματιών υγείας ως χρηστών. Η γνώση και η ερμηνεία των απόψεων και των στάσεων των επαγγελματιών υγείας, ως προς την χρήση κι αποδοχή μιας τεχνολογίας, αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις αξιολόγησης του βαθμού εκπλήρωσης των στρατηγικών στόχων της. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη αξία με στόχο τη βιωσιμότητά του ΗΦΥ ως τεχνολογικής καινοτομίας, υπό το πρίσμα των σχεδιαστών πολιτικών υγείας.
Λέξεις κλειδιά: Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας, ΓεΣΥ, Κύπρος
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Τα χρόνια νοσήματα βρίσκονται σε σταθερή ανοδική πορεία, αντικατέστησαν σαν αιτίες τις επιδημίες, τις λοιμώξεις ,την έλλειψη συνθηκών υγιεινής και επηρεάζουν την ποιότητα ζωής του ασθενούς όπως ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Τα τελευταία χρόνια, η χρήση των νέων τεχνολογιών καθιστά ταχύτερη και άμεση την ενημέρωση των επαγγελματιών υγείας για την κατάσταση υγείας του ασθενή, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση του χρόνου διάγνωσης και νοσηλείας αλλά και στην εύκολη και άμεση ανάκληση των ιατρικών στοιχείων οποιαδήποτε στιγμή και από οποιοδήποτε σημείο, μειώνοντας τις μετακινήσεις αλλά και τον κίνδυνο μόλυνσης σε εποχές πανδημίας αλλά και άλλων επιδημιών. Έχει σκοπό την προφύλαξη, διατήρηση και προαγωγή της υγείας και την πρόληψη της επιδείνωσης της ασθένειας αλλά και της θεραπείας στα άτομα, στην οικογένεια και στην κοινότητα. Το νέο μοντέλο Τηλεϊατρικής βελτιώνει σημαντικά την πρόσβαση στην παρεχόμενη περίθαλψη και την ποιότητά της εξασφαλίζοντας δυνητική συνεχόμενη παρακολούθηση εξ αποστάσεως ενώ καθιστά τον ασθενή συμμέτοχο στη λήψη των αποφάσεων που αφορούν την υγεία του. Ο όρος της Τηλεϊατρικής θεωρείται ότι αναδεικνύει ευρύτερους στόχους που καλύπτουν την παραγωγή της καλής υγείας και την υποστήριξη της Δημόσιας Υγείας, περιλαμβάνοντας την ενημέρωση και εκπαίδευση του κοινού, τη συλλογή και διαχείριση στατιστικών και επιδημιολογικών δεδομένων, τη σύνδεση με άλλους φορείς και υπηρεσίες παροχής υγείας που εμπλέκονται στην διαχείριση ασθενών. Έτσι οι νοσηλευτικές μονάδες, δεν θα αποτελούν απομονωμένα κέντρα αντιμετώπισης περιστατικών. Αντίθετα οι εφαρμογές της τηλεϊατρικής συμβάλλουν αποφασιστικά στη διαμόρφωση ανοικτών κέντρων παροχής ιατρικής φροντίδας, όπου τα νοσοκομεία, τα κέντρα υγείας και τα ιατρεία θα μπορούν να είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους δημιουργώντας ένα ολοκληρωμένο δίκτυο παροχής ιατρικών υπηρεσιών. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στην αξιοποίηση των υφιστάμενων δομών και στην δημιουργία νέων υποδομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, ανάπτυξη περιφερειακών κέντρων τηλεϊατρικής και οικιακή φροντίδα σε ομάδες ασθενών με χρόνια νοσήματα που δεν δύνανται να μετακινηθούν ή να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας λόγω άλλων δυσκολιών.
Λέξεις κλειδιά: χρόνια νοσήματα, εφαρμογές e-health, ποιότητα ζωής, τηλεϊατρική, δημόσια υγεία
Παναγιώτα Μανθού , Γεώργιος Λιολιούσης , Άννα Κορομπέλη , Παναγιώτης Βασιλείου , Γεώργιος Φιλντίσης
Εισαγωγή: Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε μη καρδιοχειρουργική επέμβαση και εμφανίζουν μυοκαρδιακή ισχαιμία (ΜΙ) μετεγχειρητικά έχουν αυξημένη βαρύτητα νόσου και υψηλό κόστος νοσηλείας. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται παρακολούθηση του φόρτου νοσηλευτικής εργασίας (ΦΝΕ) στη ΜΕΘ, και η συσχέτιση του με την έκβαση.
Σκοπός: Η εφαρμογή της κλίμακας Nursing Activities Score σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μη καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις και εμφάνισαν μυοκαρδιακή ισχαιμία στη ΜΕΘ.
Υλικό και Μέθοδος: Μελέτη που διεξήχθη σε μία γενική ΜΕΘ, σε δείγμα 105 ενηλίκων ασσθενών. Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν τρία εργαλεία: (α) το Nursing Activities Score (NAS), (β) ο αναθεωρημένος δείκτης καρδιακού κινδύνου (Lee Index), και γ) ο δείκτης CHA2DS2-VASC score. Μελετήθηκε η συσχέτιση της ΜΙ και της θνησιμότητας με το ΦΝΕ, αλλά και με διάφορες άλλες προεγχειρητικές μεταβλητές. Τα επίπεδα σημαντικότητας είναι αμφίπλευρα και η στατιστική σημαντικότητα τέθηκε στο 0,05. Για την ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πρόγραμμα SPSS 22.0.
Αποτελέσματα: Τα ποσοστά ΜΙ ήταν σημαντικά υψηλότερα στους ασθενείς με συνοσηρότητες (p<0.015). Υψηλότερο CHA2VASC2 score σχετιζόταν με σημαντικά μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ΜΙ. Στο 1ο 24ωρο, ο ΦΝΕ ήταν παρόμοιος σε όλες τις περιπτώσεις (p=0,947). Στο 2ο και 3ο 24ωρο, ο ΦΝΕ ήταν σημαντικά υψηλότερος στους ασθενείς με ΜΙ (p<0,001).Ο νοσηλευτικός φόρτος ήταν σημαντικά υψηλότερος στους ασθενείς με ΜΙ που απεβίωσανσε όλα τα 24ωρα.
Συμπεράσματα: Η αυξημένη βαρύτητα της κλινικής κατάστασης των μετεγχειρητικών ασθενών με ΜΙ, αλλά και η έλλειψη μελετών που να διερευνούν το ΦΝΕ υποδεικνύουν την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα.
Λέξεις κλειδιά: νοσηλευτικός φόρτος, nas scale, ΜΕΘ, Μυοκαρδιακή Ισχαιμία
Κωνσταντούλα Κουτσαγγέλη , Χρυσή Προύζου , Αντωνία Καλογιάννη , Γεωργία Τουλιά , Ιωάννης Καλεμικεράκης
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Οι δείκτες βαρύτητας αποτελούν χρήσιμα εργαλεία της διεπιστημονικής ομάδας των ΜΕΘ, καθώς μπορούν να προβλέψουν την έκβαση. Ωστόσο, είναι σημαντικός ο έλεγχος της προγνωστικής τους αξίας.
Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν να συγκρίνει την προγνωστική ικανότητα των δεικτών SAPS II και APACHE II, σε ασθενείς που νοσηλεύονται σε ΜΕΘ, ως προς την έκβαση και τη διάρκεια νοσηλείας.
Μεθοδολογία: Πρόκειται για μια μονοκεντρική προοπτική μελέτη παρατήρησης, με δείγμα 68 ασθενών σε ΜΕΘ ενός δημοσίου νοσοκομείου της Αττικής. Τα APACHE II και SAPS II υπολογίσθηκαν λαμβάνοντας υπόψη τις χειρότερες τιμές του πρώτου 24ώρου νοσηλείας. Για τον έλεγχο της διακριτικής ικανότητας των δεικτών χρησιμοποιήθηκε η περιοχή κάτω από την καμπύλη (AUC), ενώ για τη βαθμονόμηση το Hosmer-Lemeshow test (H-L). Πραγματοποιήθηκε πολυπαραγοντική γραμμική παλινδρόμηση για την ανάδειξη προγνωστικών παραγόντων της διάρκειας νοσηλείας και πολλαπλή λογιστική παλινδρόμηση για την ανάδειξη προγνωστικών παραγόντων έκβασης των ασθενών.
Αποτελέσματα: Το 64,7% των ασθενών (n=68) ήταν άνδρες. Η μέση (±ΤΑ) ηλικία ήταν τα 58,88 (±18,11) έτη. To 44,1% (n=30) εισήχθη από το χειρουργείο ενώ το 82,4% χρειάστηκε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους. Το 23,5% των ασθενών απεβίωσαν και η διάμεση διάρκεια νοσηλείας στο νοσοκομείο ήταν 25,00 (15,00 – 38,50) ημέρες. Η μέση βαθμολογία της κλίμακας APACHE II ήταν 16,35 (±7,96), ενώ της SAPS II 35,01 (±27,11). Η μέση προβλεπόμενη θνητότητα με βάσει την κλίμακα APACHE II ήταν 29,27% (±19,44%) και με βάσει την κλίμακα SAPS II 35,01% (±27,11). Προγνωστικοί παράγοντες της έκβασης των ασθενών ήταν η βαθμολογία των δεικτών και η διάρκεια μηχανικού αερισμού. Η διάρκεια νοσηλείας είχε θετική στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τις βαθμολογίες APACHE και SAPS II. Προγνωστικοί παράγοντες της διάρκειας νοσηλείας ήταν η βαθμολογία των δεικτών και η διάρκεια μηχανικού αερισμού.
Συμπεράσματα:. Οι δείκτες βαρύτητας APACHE II και SAPS II έχουν καλή διακριτική ικανότητα και βαθμονόμηση για την πρόβλεψη της έκβασης, ενώ αποτελούν και προγνωστικούς παράγοντες της διάρκειας νοσηλείας στη ΜΕΘ.
Λέξεις κλειδιά: Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, έκβαση, διάρκεια νοσηλείας, APACHE II, SAPS II
Παναγιώτα Καμίτσα , Σταυρούλα Μπάκα
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχουν αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις, έχοντας αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης μικροβιαιμιών. Οι διαβητικοί ασθενείς είναι πιο επιρρεπείς σε σήψη και εμφανίζουν περισσότερες επιπλοκές από τους μη διαβητικούς.
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση του ρόλου της κλίμακας Quick Sequential Organ Failure Assessment Score(qSOFA) ως μέθοδος ανίχνευσης πρόδρομων προειδοποιητικών σημείων πτωχής πρόγνωσης ασθενών με μικροβιαιμία με/χωρίς Σακχαρώδη Διαβήτη.
Υλικό-Μέθοδος: Πρόκειται για μία προοπτική μελέτη παρατήρησης. Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν ενήλικες ασθενείς που νοσηλεύονταν σε παθολογικές κλινικές και είχαν μικροβιαιμία. Το qSOFA σκορ υπολογίστηκε καθημερινά με βάση τις παραμέτρους και καταγράφηκε μόνο η μέγιστη τιμή του κάθε ημέρα.
Αποτελέσματα: Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 243 ασθενείς ηλικίας 72,1±15,5 έτη. Το 25,1% των ασθενών είχε σακχαρώδη διαβήτη και το 59% εμφάνισαν επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη. Η ημέρα θετικοποίησης των ασθενών ήταν η 5,2±9,4 ημέρα. Η πλειοψηφία των ασθενών (67,1%) είχε λοίμωξη από την κοινότητα. Το 72% των μικροοργανισμών που απομονώθηκαν ήταν Gram αρνητικοί και το 28% Gram θετικοί. Η διάρκεια νοσηλείας των ασθενών ήταν 18,1±14,5 ημέρες, ενώ η διάρκεια νοσηλείας των ασθενών με ΣΔ ήταν 18,5±15,6 ημέρες. Οι ασθενείς που είχαν νοσοκομειακή λοίμωξη έναντι εκείνων με λοίμωξη από την κοινότητα είχαν σημαντικά μεγαλύτερη ημέρα θετικοποίησης(13±13,1 έναντι 1,3±1,6,p<0,05), σε σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό ανθεκτικό στέλεχος (48,8% έναντι 28,8%,p<0,05) και είχαν σημαντική μεγαλύτερη διάρκεια νοσηλείας (27,9±18,3 έναντι 13,3±8,9,p<0,05), βαθμολογία QS6 (0,6±0,7 έναντι 0,4±0,6,p<0,05), QS7 (0,6±0,7 έναντι 0,3±0,6,p<0,05), QS8 (0,6±0,7 έναντι 0,3±0,6,p<0,05) και QS29 (0,8±0,8 έναντι 0,p<0,05).Οι ασθενείς που είχαν qSOFA ≤ 1 έναντι εκείνων που είχαν qSOFA ≥2 ήταν σημαντικά μικρότερης ηλικίας (70,8±16,2 έναντι 76,8±11,5,p<0,05), απεβίωσαν σε σημαντικά μικρότερο ποσοστό (16,9% έναντι 72,2%,p<0,05) και είχαν σημαντικά μεγαλύτερη διάρκεια νοσηλείας (18,8±15,1 έναντι 15,7±12,1,p<0,05). Ο σακχαρώδης διαβήτης σχετίστηκε αρνητικά με τη βαθμολογία qSOFA25(r=-0,424), qSOFA29(r=-0,575), qSOFA30(r=-0,575), qSOFA31(r=-0,564) και qSOFA33(r=-0,674).
Συμπεράσματα: Οι μικροβιαιμίες παραμένουν μια σημαντική επιπλοκή στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη και η ευαισθητοποίηση των επαγγελματιών υγείας έχει τη δυνατότητα να μειώσει τη νοσηρότητα μέσω έγκαιρης αναγνώρισης, διαχείρισης και πρόληψης των λοιμώξεων.
Λέξεις κλειδιά: Σακχαρώδης διαβήτης, μικροβιαιμία, ανθεκτικότητα, qSOFA score, έκβαση
Εισαγωγή: Το σύνολο των αξιών, των πεποιθήσεων, αλλά και των προσδοκιών που είναι ευρέως διαδεδομένες και αποδεκτές σε έναν οργανισμό, συνθέτουν την οργανωσιακή του κουλτούρα. Αυτή δρα ως συνδεκτικός κρίκος μεταξύ των μελών μιας ομάδας υγείας, αυξάνοντας τόσο το μεταξύ τους αίσθημα εμπιστοσύνης όσο και τη συνοχή της ομάδας. Σκοπός: Σκοπό της παρούσας μελέτης αποτέλεσε η διερεύνηση της οργανωσιακής κουλτούρας επαγγελματιών υγείας καθώς και η εκτίμηση της ταύτισης ή διαφοροποίησης της υφιστάμενης οργανωσιακής κουλτούρας από την επιθυμητή για τα μέλη της ομάδας. Υλικό και Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε μια συγχρονική μελέτη στην οποία συμμετείχαν 155 επαγγελματίες υγείας, εργαζόμενοι σε δημόσιους και ιδιωτικούς υγειονομικούς σχηματισμούς. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν το ερωτηματολόγιο Organizational Culture Assessment Instrument - OCAI το οποίο μετράει με ποσοτικά δεδομένα τις ποιοτικές παραμέτρους της κουλτούρας. Διαθέτει 24 ερωτήσεις μέσα από τις οποίες προσεγγίζονται οι έξι διαστάσεις-κλειδιά της οργανωσιακής κουλτούρας για το παρόν και το μέλλον. Οι απαντήσεις αντιστοιχούν σε τέσσερις διαφορετικούς τύπους οργανωσιακής κουλτούρας με διαφορετικούς προσανατολισμούς, παραδοχές, πρακτικές και αξίες. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων έγινε με SPSS v24. Αποτελέσματα: Επικρατούσα κουλτούρα των οργανισμών των συμμετεχόντων αναδείχθηκε η Ιεραρχική κουλτούρα (27%) στην οποία ο οργανισμός εστιάζει στο συντονισμό, τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα. Η αμέσως επόμενη υφιστάμενη κουλτούρα ήταν της Αγοράς, με κύρια χαρακτηριστικά τον προσανατολισμό στους στόχους, το ανταγωνιστικό πνεύμα και την απαιτητική ηγεσία. Ως επιθυμητή κουλτούρα αναδείχθηκε η κουλτούρα Γενιάς (28%) στην οποία ο οργανισμός, ενδιαφέρεται για τους υπαλλήλους του και την προσωπική τους ανάπτυξη. Δεύτερη επιθυμητή ήταν η κουλτούρα Ανοιχτού Συστήματος όπου προάγεται η καινοτομία και δίδεται έμφαση στο εξωτερικό περιβάλλον, τις αλλαγές και την ανταγωνιστικότητα. Δεν διαπιστώθηκε ταύτιση της υφιστάμενης με την επιθυμητή κουλτούρα. Συμπεράσματα: Η διερεύνηση και μέτρηση της οργανωσιακής κουλτούρας στις υπηρεσίες υγείας μπορεί να συμβάλει στην ποιοτική αναβάθμιση των προσφερόμενων φροντίδων υγείας μέσα από την υιοθέτηση κοινών προτύπων, αντιλήψεων και συμπεριφορών.
Λέξεις κλειδιά: Οργανωσιακή κουλτούρα, υφιστάμενη/επιθυμητή κουλτούρα, υγειονομικοί οργανισμοί, υπηρεσίες υγείας.
Γεώργιος Ευσταθίου , Ευρυδίκη Παπασταύρου , Μελανή Χαραλάμπους , Περσεφόνη Λάμπρου-Χριστοδούλου , Ηρακλής Ηρακλέους , Αναστάσιος Μερκούρης
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: H στοματική υγιεινή θεωρείται σημαντική παράμετρος της ευεξίας του ανθρώπου. Η κακή στοματική υγιεινή, έχει αρνητικό αντίκτυπο στη συνολική υγεία του ανθρώπου, συμβάλλοντας στην εμφάνιση άλλων ασθενειών. Έχει τεκμηριωθεί ότι οι νοσηλευτές καθυστερούν ή παραμελούν την παροχή φροντίδας της στοματικής κοιλότητας σε νοσηλευόμενους ασθενείς, γεγονός που οδηγεί σε ανεπιθύμητα συμβάντα.
Σκοπός: Η κατανόηση των αντιλήψεων των νοσηλευτών σε σχέση με τη στοματική υγιεινή και των απόψεων τους σε σχέση με τους τρόπους πρόληψης του φαινομένου των παραλείψεων.
Μέθοδος: Τέσσερεις ομάδες εστιασμένης συζήτησης (n=30) οργανώθηκαν. Νοσηλευτές από τμήματα παθολογικής και χειρουργικής κατεύθυνσης, προερχόμενοι από 3 γενικά νοσοκομεία, συμμετείχαν στις συζητήσεις, τον Ιούνιο του 2019. Οι συζητήσεις, συντονίστηκαν από έμπειρο συντονιστή και χρησιμοποιήθηκε ημι-δομημένος κατάλογος ερωτήσεων. Τα δεδομένα αναλύθηκαν μέσω θεματικής ανάλυσης.
Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν ότι η παροχή στοματικής φροντίδας συχνά παραλείπεται από τους νοσηλευτές. Τα εμπόδια παροχής στοματικής φροντίδας και οι παράγοντες που διευκολύνουν την παροχή στοματικής φροντίδας, χωρίστηκαν σε τέσσερεις κατηγορίες, οι οποίες περιλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά των ασθενών, τις γνώσεις των νοσηλευτών, τις δεξιότητες καθώς και το εργασιακό νοσηλευτικό περιβάλλον.
Συμπεράσματα: Εφόσον διαπιστώνονται εμπόδια στην παροχή στοματικής φροντίδας αλλά και παράγοντες που τη διευκολύνουν, γίνεται εισήγηση επικέντρωσης σε εκείνους τους παράγοντες που μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της παροχής στοματικής φροντίδας, αφού συμβάλλει θετικά στη ικανοποίηση των ασθενών αλλά και στη γενικότερή τους υγεία.
Λέξεις κλειδιά: αντιλείψεις, νοσηλευτική γνώση, νοσηλευτική πρακτική, ασθενείς, παραλείψεις, στοματική υγιεινή
Ελισσάβετ Λυκούδη , Ελένη Δοκουτσίδου , Ευγενία Βλάχου , Νικολέττα Μάργαρη
Εισαγωγή: Ο αυξανόμενος παγκόσμιος επιπολασμός του σακχαρώδη διαβήτη κατέστησε αναγκαία την εφαρμογή έγκαιρων παρεμβάσεων για τη διαχείριση του. Η έλευση αρκετών τεχνολογικών εξελίξεων και ιδιαίτερα της κινητής τηλεφωνίας έχει θεωρηθεί ότι παρουσιάζει μεγάλες δυνατότητες για την παροχή γρήγορων και οικονομικά αποδοτικών παρεμβάσεων σε ασθενείς με διαβήτη. Σκοπός: Η παρούσα μελέτη στοχεύει να διερευνήσει την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων που βασίζονται σε εφαρμογές για κινητά σχετικά με την επίτευξη του γλυκαιμικού ελέγχου μεταξύ ενηλίκων με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 (ΣΔΤ2). Μεθοδολογία: Πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων PubMed και Scopus. Τα κριτήρια εισαγωγής περιλάμβαναν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές (RCT) που ερευνούσαν παρεμβάσεις που βασίζονται σε εφαρμογές για κινητά σε ενήλικες ασθενείς με ΣΔΤ2, ενώ το κύριο αποτέλεσμα που ερευνήθηκε ήταν η αξιολόγηση των αλλαγών στα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης A1c (HbA1c). Οι μελέτες αφορούσαν την τελευταία 10ετία και ήταν στην αγγλική ή την ελληνική γλώσσα. Αποτελέσματα: Με την εφαρμογή των κριτηρίων εισαγωγής πραγματοποιήθηκε πρόσβαση σε 181 RCT μελέτες με πλήρες κείμενο. Από αυτές, οι 12 μελέτες πληρούσαν τα κριτήρια εισαγωγής στην παρούσα μελέτη και περιλάμβαναν 2.533 ασθενείς με ΣΔΤ2, όπου οι παρεμβάσεις βασίζονταν σε εφαρμογές μέσω κινητού. Βρέθηκε ότι οι παρεμβάσεις ήταν αποτελεσματικές στην απόκτηση γλυκαιμικού ελέγχου όσον αφορά τη μείωση της HbA1c και τη βελτίωση πολλών άλλων δευτερογενών αποτελεσμάτων, όπως η αυτοδιαχείριση, η ποιότητα ζωής και η επίγνωση της νόσου. Συμπεράσματα: Η χρήση των εφαρμογών mHealth φαίνεται να είναι αποτελεσματική στον γλυκαιμικό έλεγχο των ασθενών με διαβήτη, όπως φαίνεται από τη μείωση των επιπέδων HbA1c. Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες, προκειμένου να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος τέτοιων εφαρμογών στη φροντίδα του διαβήτη μακροπρόθεσμα και η δυνατότητα τους να υποστηρίξουν διαφορετικούς πληθυσμούς παγκοσμίως.
Λέξεις κλειδιά: σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, εφαρμογές για κινητά, αυτοδιαχείριση, γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη A1c, αυτοέλεγχος της γλυκόζης του αίματος
Γεώργιος Γκούρλιας , Χαραλαμπία Ντέλη , Μαρία Ζωή Οικονομάκου , Μιχαήλ Ανθρακόπουλος , Ξενοφών Σινωπίδης , Χριστίνα Μαρβάκη
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Εισαγωγή: Η βρογχιολίτιδα είναι μια από τις πιο κοινές ιογενείς λοιμώξεις, και εμφανίζεται συχνότερα στα μικρά παιδιά αλλά και τα βρέφη κάτω των 2 ετών. Το σύστημα high flow nasal cannula είναι ένα μη επεμβατικό σύστημα οξυγονοθεραπείας και αποτελεί τη βασική θεραπευτική προσέγγιση που εφαρμόζεται σε νεογνά και βρέφη με σοβαρή βρογχιολίτιδα. Σκοπός: Στην παρούσα Συστηματική Ανασκόπηση σκοπός ήταν η διερεύνηση της χρήσης του high flow nasal cannula σε νεογνά και βρέφη με βρογχιολίτιδα. Υλικό και μέθοδος: Για την πραγματοποίηση της συστηματικής ανασκόπησης αναζητήθηκαν πλήρεις ερευνητικές μελέτες στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Google Scholar και PubΜed κατά την χρονική περίοδο Ιανουάριος 2010 – Σεπτέμβριος 2020. Οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: Bronchiolitis, HFNC, High Flow Nasal Cannula, ventilation modes, Infants, neonates, καθώς και συνδυασμοί αυτών. Αποτελέσματα: Μετά από κριτική ανάλυση της βιβλιογραφίας από τα 150 δημοσιευμένα άρθρα, 16 πληρούσαν τα κριτήρια ένταξης της μελέτης. Τα 13 άρθρα συγκρίνουν το σύστημα high flow nasal cannula με άλλες μορφές οξυγονοθεραπείας όπου φάνηκε πως η χρήση του πρώτου είναι περισσότερο αποδοτική σε σύγκριση με άλλες μεθόδους αερισμού. Σε τρεις αξιολογήθηκαν κλινικά και εργαστηριακά χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να προβλέψουν την εξέλιξη της πορείας της νόσου του ασθενή με την χρήση high flow nasal cannula. Συμπεράσματα: Κατά την ανασκόπηση της τρέχουσας βιβλιογραφίας φαίνεται ότι η χρήση του high flow nasal cannula αποτελεί ασφαλή μέθοδο οξυγονοθεραπείας με πιθανό όφελος σε σύγκριση με παλαιότερες μεθόδους παρεμβατικές και μη παρεμβατικές.
Λέξεις κλειδιά: HFNC, high flow nasal cannula, Βρέφη, Βρογχιολίτιδα, θεραπεία