Το σύνδρομο εξουθένωσης στους γιατρούς αποτελεί έναν πρώιμο δείκτη αναφορικά με τη δυσλειτουργία του συστήματος υγείας, ο οποίος είναι επίσης ιδιαίτερα χρήσιμος για τους φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων. Με την παρακολούθηση της εξουθένωσης των ιατρών, οι διάφορες απειλές-κίνδυνοι μπορούν να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν με οικονομικά αποδοτικό τρόπο, προτού διαταραχθεί η περίθαλψη των ασθενών. Το σύνδρομο εξουθένωσης αποτελεί ένα σημαντικό ζήτημα που αφορά το χώρο εργασίας των ιατρών, με την έκθεση σε πολλές ώρες κλινικής εργασίας να καταδεικνύει μια δοσο-εξαρτώμενη επίδραση με την εξουθένωση, υποδηλώνοντας έτσι την αιτία και το αποτέλεσμα. Η εξάντληση αποτελεί και τον παράγοντα που συνδέεται στενότερα με τις αποφάσεις των ιατρών αναφορικά με την απόσυρσή τους από την κλινική πρακτική, είτε φυσικά-σωματικά είτε ψυχολογικά, με δυσμενείς επιπτώσεις στην πρόσβαση, τη συνέχεια της περίθαλψης, την ικανοποίηση των ασθενών, την παραγωγικότητα και το κόστος. Η πρόληψη τέτοιων καταστάσεων μέσω της εισαγωγής «ανιχνευτών-δεικτών» εξουθένωσης στο χώρο της υγείας είναι υψίστης σημασίας. Οι ανιχνευτές-δείκτες εξουθένωσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση του χώρου εργασίας και την αποκάλυψη των δημιουργών-ιθυνόντων του φαινομένου της εξουθένωσης.
Λέξεις κλειδιά: Σύνδρομο εξουθένωσης ιατρών, σωματική απόσυρση, burnout, αποδοτικότητα συστήματος υγείας.