Οι όγκοι του Λεπτού εντέρου είναι σπάνιοι αφενός και αφετέρου προκαλούν ακαθόριστα κοιλιακά συμπτώματα, έτσι ώστε η διάγνωσή τους καθυστερεί ή τίθεται τυχαία κατά τη χειρουργική επέμβαση για άλλα αίτια. Ωστόσο, με αυξημένη κλινική υποψία και ενημέρωση για τους παράγοντες που προδιαθέτουν στην ανάπτυξη των ανωτέρω όγκων αναμένεται αύξηση στη συχνότητα ανίχνευσής των. Ιτο άρθρο αυτό επιχειρείται μια σύντομη ενημέρωση για την επιδημιολογία, τους ιστολογικούς τύπους, τις προδιαθεσικές νόσους ή πρόδρομες καταστάσεις και την πρόγνωση του αδενοκαρκινώματος, καθώς και των ενδοκρινών (ή νευροενδοκρινών) όγκων που αναπτύσσονται στο δωδεκαδάκτυλο, στη νήστιδα και στον ειλεό. Γίνεται αναφορά στα στοιχεία που υπάρχουν για τη σχέση μεταξύ αδενοκαρκινώματος του λεπτού εντέρου και οικογενούς πολυποδίασης, κληρονομικού μη-πολυποδιασικού καρκίνου του παχέος εντέρου, νόσου του Crohn, κοιλιοκάκης, συνδρόμου Peutz-jeghers, νεανικής πολυποδίασης, καθώς και σε στοιχεία ενδεικτικά της ανάπτυξης αδενοκαρκινώματος σε προ- ϋπάρχον αδένωμα σύμφωνα με τη θεωρία της συνέχειας αδενώματος-καρκινώμα- τος. Σε ότι αφορά τους ενδοκρινείς όγκους του λεπτού εντέρου, η εκτίμηση της βιολογικής συμπεριφοράς των οποίων αποτελεί σημαντικό διαγνωστικό πρόβλημα, δίνεται έμφαση σε κλινικοπαθολογοανατομικές παραμέτρους που έχουν σημασία για τον καθορισμό της πρόγνωσης.
Λέξεις κλειδιά: Λεπτό έντερο, αδενοκαρκίνωμα, ενδοκρινείς όγκοι, καρκινοειδή