Νίκη Γκένα , Ιωάννα Παπαθανασίου , Φωτεινή Μάλλη
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εισαγωγή: Η πνευμονική εμβολή αποτελεί την μία από τις δύο μορφές της θρομβοεμβολικής νόσου. Είναι η πιο σοβαρή και απειλητική για τη ζωή μορφή της καθώς αν δεν διαγνωσθεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο. Η εμφάνιση της είναι κατά μέσο όρο 120 περιστατικά ανά 100.000 πληθυσμού. Η παρουσία της σχετίζεται με την επίδραση διαφόρων παραγόντων κινδύνου, κληρονομικών και επίκτητων. Η θεραπεία της στηρίζεται στα αντιπηκτικά.
Σκοπός: Η ανάδειξη αποτελεσμάτων που αφορούν την εφαρμογή προφυλακτικών μέτρων έναντι της πνευμονικής εμβολής σε οξέος πάσχοντες ασθενείς.
Υλικό και Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση της σύγχρονης βιβλιογραφίας στις βάσεις δεδομένων “PubMed”, “Elsevier” και στις μηχανές αναζήτησης “Google Scholar” και “ScienceDirect”.
Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα έδειξαν υπεροχή στη χρήση ηπαρινών (κλασικής ή μικρού μοριακού βάρους), ενώ η χρήση νεότερων αντιπηκτικών ενδείκνυται για ασθενείς που είναι σε θέση να λάβουν από του στόματος αγωγή και χορηγούνται κυρίως σε περίπτωση παρατεταμένης θρομβοπροφύλαξης μετά το εξιτήριο. Τα μηχανικά μέσα χρησιμοποιούνται επικουρικά των φαρμακευτικών, ενώ μόνα τους (με υπεροχή των συσκευών διαλείπουσας συμπίεσης) σε περιπτώσεις απόλυτης αντένδειξης των φαρμακευτικών.
Συμπεράσματα: Η πρωτογενής πρόληψη βασίζεται στην αναγνώριση των παραγόντων κινδύνου που, σε συνδυασμό με τον υπολογισμό του θρομβωτικού κινδύνου κάθε ασθενή, σηματοδοτούν την έγκαιρη εφαρμογή των προφυλακτικών μέτρων που είναι είτε φαρμακευτικά, είτε μηχανικά ή συνδυασμός και των δύο.
Λέξεις κλειδιά: ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΕΜΒΟΛΗ, ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗ, ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ, COVID-19, ΑΕΕ, ΜΕΘ