Ο ιός COVID-19 εξαπλώθηκε ταχέως στη διεθνή κοινότητα ως μολυσματική μεταδιδόμενη νόσος και διαβαθμίστηκε από τον ΠΟΥ ως πανδημία στις 13 Μαρτίου 2020. Ο επιπολασμός του σε συνθήκες συγχρωτισμού και συνωστισμού αποτέλεσε πύλη μετάδοσης ιδίως των χαμηλών κοινωνικοοικονομικών τάξεων και επιβοήθησε δυσμενώς τα χρόνια νοσήματα, λόγω της συνοσηρότητας, μετακυλώντας αυξητικά τους δείκτες της νοσηρότητας και θνησιμότητας του πληθυσμού.
Η αντιμετώπιση του COVID-19 πραγματώθηκε κυρίως με ανάλογη κατασταλτική πρακτική του Μεσαίωνα. Επανήλθε το μέτρο της καραντίνας (lock dοwn) η οποία μετουσιώνεται με περιορισμό και απομόνωση του ατόμου. Η εφαρμογή βέβαια της κοινωνικής αποστασιοποίησης διατάραξε την ευεξία και ανέδυσε έντονα φαινόμενα ψυχολογικής προσέγγισης (π.χ. κατάθλιψη, άγχος) από τη διατάραξη των κοινωνικών σχέσεων καθώς και γιγάντωση της ενδοοικογενειακής βίας με αδιευκρίνιστες μελλοντικές συνέπειες στο θεσμό και στα άτομα.
Η παγκόσμια κοινότητα δέχθηκε πληροφοριακές υπερβολές ακραίων περιπτώσεων της νόσου από μέσα μαζικής ενημέρωσης, δημιουργώντας συγκρουσιακό ενδοατομικό πεδίο, μεταξύ αναγκαίας υγειονομικής φροντίδας-περίθαλψης και υπερευαίσθητης φοβικής τάσης από ενδεχόμενη μόλυνση και συμπτωματολογία.
Η επιτυχία αντιμετώπισης της απειλής των επιπτώσεων του COVID-19 θα πρέπει να επικεντρωθεί σε λελογισμένη πληροφόρηση έγκριτων και εγνωσμένου κύρους φορέων και οργανισμών με παράλληλη βελτίωση και συγκράτηση των κοινωνικοοικονομικών παραγόντων από εξατομικευμένες πολιτικές που συντελούν στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Λέξεις κλειδιά: COVID-19, κοινωνικές και ψηφιακές ανισότητες, κοινωνικοοικονομικοί καθοριστές υγείας, πανδημία